ΑΡΜΟΙ: ΠΩΣ ΣΦΡΑΓΙΖΟΥΜΕ ΟΡΘΑ ΕΝΑΝ ΑΡΜΟ
Οι αρμοί είναι από τα πλέον δύσκολα σημεία στεγανοποίησης εξαιτίας της διαρκούς μετακίνησής τους.
Θα μπορούσαμε να τους διαχωρίσουμε σε τρεις βασικές κατηγορίες:
1) Αρμοί διαστολής
2) Αρμοί διακοπής εργασιών
3) Αρμοί σύνδεσης
Οι αρμοί διαστολής είναι προσχεδιασμένοι και δημιουργούνται για να περιορίσουν τις μετακινήσεις δομικών στοιχείων σε όρια, όπου η ελαστικότητα των υλικών ή των επιμέρους κατασκευών μπορεί να αντέξει. Οι μετακινήσεις των δομικών στοιχείων ή κατασκευών οφείλονται σε δύο κυρίως λόγους: θερμοκρασιακές διακυμάνσεις (κυρίως) και σε αφυδάτωση ή πρόσληψη ύδατος.
Οι αρμοί διακοπής εργασιών διαμορφώνονται είτε κατά τη σύνδεση διαφορετικών δομικών στοιχείων ή κατασκευών (πχ στη σύνδεση μίας οπτοπλινθοδομής με κάποιο υποστύλωμα ή δοκό) είτε κατά τη σύνδεση ίδιων δομικών στοιχείων ή κατασκευών αλλά σε διαφορετικό χρόνο (πχ σύνδεση παλαιού με νέο σκυρόδεμα).
Οι αρμοί σύνδεσης είναι στην ουσία αρμοί διακοπής εργασιών αλλά τους διαφοροποιούμε, κυρίως γιατί αφορούν τη σύνδεση ίδιων δομικών υλικών με τη μεσολάβηση διαφορετικού υλικού (πχ το αρμοκονίαμα ανάμεσα στα πλακίδια ή οι αρμοί μεταξύ των οπτόπλινθων που διαμορφώνονται από το συνδετικό τσιμεντοκονίαμα κλπ).
Η σφράγισή των αρμών είναι αναγκαία για τρεις κυρίως λόγους:
α) για την αποτροπή της εισόδου υδάτων, χημικών ενδεχομένως ή και αέρα εντός του αρμού
β) για αισθητικούς λόγους
γ) για λόγους καθαριότητας.
Η σφράγιση γίνεται με ειδικά αρμοσφραγιστικά σε συνδυασμό με άλλα πρόσθετα υλικά (primer, κορδόνια, διαχωριστικές ταινίες κ.ά.) με αρμοκάλυπτρα, με συνδυασμό διπλών στεγανωτικών μεμβρανών με κορδόνια ενδιάμεσα, και με ειδικές υπερελαστικές ταινίες που συγκολλώνται στα χείλη του αρμού.
Η χρήση όλων των παραπάνω υλικών και των συνδυασμών τους προαπαιτεί μελέτη και φυσικά την απαραίτητη τεχνογνωσία και εμπειρία.
Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι τα δομικά υλικά είναι πάρα πολλά και το καθένα με διαφορετικές φυσικοχημικές ιδιότητες. Η γνώση συνεπώς που απαιτείται είναι ιδιαίτερα πλατιά και δεν εστιάζεται σε λίγους βασικούς κανόνες. Για να δώσουμε ένα παράδειγμα, η σφράγιση ενός αρμού διαστολής σε ένα βιομηχανικό δάπεδο ενώ φαίνεται απλή (κοπή του βιομηχανικού με τον αρμοκόφτη και σφράγιση με κάποια πολυουρεθανική αρμοσφραγιστική μαστίχη) εντέλει δεν είναι. Ο αρμός πρέπει να κόψει και τον οπλισμό του βιομηχανικού δαπέδου διαφορετικά δε θα λειτουργήσει. Στα υποστυλώματα (όπως και στην περίμετρο) κόβεται πρώτα ένας περιμετρικός αρμός σε σχήμα ρόμβου που περικλείει το υποστύλωμα. Σε περίπτωση που το βιομηχανικό βρίσκεται πάνω από θερμομονωτικό υλικό (όπως στην ανεστραμμένη μόνωση) απαιτείται συχνότερη διάταξη αρμών κλπ κλπ. Αυτός είναι και ο κύριος (αλλά όχι μοναδικός) λόγος για τον οποίο τα βιομηχανικά δάπεδα εμφανίζουν συχνότατα ρωγμές στην επιφάνειά τους.
Η διαμόρφωση του πλάτους του αρμού αποτελεί ένα άλλο αντικείμενο μελέτης. Αν ο αρμός δεν έχει το κατάλληλο πλάτος ώστε να επιτρέπει τις συστολικές και διαστολικές κινήσεις, δε θα επιτευχθεί το επιθυμητό αποτέλεσμα και θα προκληθούν ρωγμές στις επιφάνειες ή θραύσεις, απολεπίσεις, αποκολλήσεις κλπ. Το πλάτος του αρμού που απαιτείται βρίσκεται από τον τύπο1 :
ΔL= αT . ΔT . Lo
Όπου: ΔL = μεταβολή μήκους [mm]
αT = συντελεστής θερμικής μεταβολής [Grad -1]
ΔT= διαφορά – μεταβολή θερμοκρασίας [0C]
Lo = αρχικό μήκος του στοιχείου [mm]
Πώς σφραγίζονται οι αρμοί διαστολής:
1)Πώς επιλέγουμε το ορθό υλικό:
Η επιλογή του ορθού υλικού για τη σφράγιση ενός αρμού διαστολής κρίνεται από τις παρακάτω παραμέτρους:
α. από το πλάτος του αρμού
β. από τη χημική συμβατότητα του αρμοσφραγιστικού με τα δομικά υλικά που το διαμορφώνουν
γ. από το αν απαιτείται να έχει αντοχές και σε αρνητικές πιέσεις υδάτων
δ. από το αν θα βρίσκεται μόνιμα ή για μεγάλα διαστήματα μέσα σε ύδωρ
ε. από το αν θα επηρεάζει αρνητικά την αισθητική της όψης της επιφάνειας που θα εφαρμοσθεί η σφράγιση
στ. από το αν είναι κάθετος ή οριζόντιος αρμός
ζ. από τη μηχανική καταπόνηση του αρμού
η. από τη χημική καταπόνηση του αρμού
θ. από την έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία
ι. από το σχήμα του αρμού
ια. από τη σχέση πλάτος αρμού προς επιμήκυνσή του
ιβ. Από το αν είναι πορώδεις ή μη πορώδεις οι επιφάνειες που συνθέτουν τον αρμό.
1α. Το πλάτος του αρμού είναι καθοριστικό ως προς την επιλογή του υλικού. Όλα τα αρμοσφραγιστικά υλικά είναι ελαστικά, καθώς η απαίτηση βρίσκεται ακριβώς στο να ανταποκρίνονται στην αύξηση ή μείωση του πλάτους του αρμού χωρίς να αποκολλώνται ή να θραύονται.
1β. Η χημική συμβατότητα είναι αναγκαία για ένα επιτυχές αποτέλεσμα. Η σιλικόνη για παράδειγμα δεν πρέπει να χρησιμοποιείται ως αρμοσφραγιστικό σε υποστρώματα με υψηλή αλκαλικότητα.
1γ. Περιπτώσεις, όπως για παράδειγμα σε ένα υπόγειο όπου υφίσταται αρμός διαστολής και όπου η μόνη δυνατή εφαρμογή μπορεί να γίνει μόνο από το εσωτερικό του υπογείου, θα πρέπει να επιλυθούν με βάση τη δυνατότητα του αρμοσφραγιστικού να ανταποκριθεί σε αρνητικές πιέσεις ύδατος.
1δ. Δεν αντέχουν όλα τα αρμοσφραγιστικά σε μόνιμη καταπόνηση ύδατος. Για παράδειγμα η ακρυλική μαστίχη.
1ε. Τόσο σε όψεις όσο και στο εσωτερικό του κτηρίου η αισθητική είναι μια πολύ σημαντική παράμετρος η οποία πρέπει να γίνεται σεβαστή. Εδώ ο συνδυασμός σφραγιστικών υλικών με αρμοκάλυπτρα είναι η καλύτερη εφαρμογή.
1στ. Υπάρχουν αρμοσφραγιστικά υλικά που συμπεριφέρονται εξαιρετικά σε οριζόντιους αρμούς (πχ τα πολυσουλφίδια) αλλά που δε διαθέτουν την ανάλογη θιξοτροπικότητα που απαιτείται για τη σφράγιση των κάθετων αρμών.
1ζ. Η μηχανική καταπόνηση αφορά κυρίως αρμούς σε δάπεδα. Το αρμοσφραγιστικό υλικό που θα επιλεγεί σε δάπεδα με βαριά κυκλοφορία θα πρέπει να μπορεί να ανταποκριθεί. Και εδώ ένας συνδυασμός αρμοσφραγιστικού υλικού με αρμοκάλυπτρο συνήθως αποτελεί την ιδανική εφαρμογή.
1η. Η χημική καταπόνηση αφορά επίσης δάπεδα (αν και όχι αναγκαία μόνο τέτοια πχ. αρμός διαστολής σε κάποια μεγάλη δεξαμενή λυμάτων ή πετρελαιοειδών κλπ). Ανάλογα με την οξύτητα του χημικού παράγοντα αλλά και το ίδιο το υλικό που μπορεί να επηρεάσει το αρμοσφραγιστικό υλικό γίνεται και η επιλογή του. Σε μια τέτοια περίπτωση η καλύτερη μέθοδος επιλογής είναι το να απευθυνθεί κάποιος στις βιομηχανίες παρασκευής αρμοσφραγιστικών υλικών και να δώσει τα ακριβή στοιχεία των παραμέτρων που μπορεί να επηρεάσουν το υλικό. Για παράδειγμα: αρμός διαστολής σε δάπεδο τυροκομείου, με συγκεκριμένη οξύτητα, συγκεκριμένο πλάτος αρμού, πάνω από τον οποίο θα περνάνε ή όχι κλαρκ με μέγιστη μεταφορά φορτίου τόσους τόνους κλπ.
1θ. Η ηλιακή ακτινοβολία επηρεάζει κάποια υλικά περισσότερο από κάποια άλλα. Για παράδειγμα τα πολυουρεθανικά υλικά εμφανίζουν μεγάλη αντοχή στη UV ακτινοβολία κάτι που δε συμβαίνει με τις ασφαλτικές μαστίχες. Ενδεχομένως μία σφραγιστική εφαρμογή να χρήζει ανάγκης κάποιας επικαλυπτικής προστασίας, όταν είναι εκτεθειμένη στην ηλιακή ακτινοβολία.
1ι. Το σχήμα του αρμού επίσης επηρεάζει την επιλογή ενός αρμοσφραγιστικού υλικού. Για παράδειγμα όταν έχουμε μια επιφάνεια κάθετη σε κάποια άλλη και στο σημείο διασταύρωσής τους υφίσταται αρμός διαστολής. Και μη φαντάζεσθε μόνο οριζόντια επιφάνεια που απολήγει σε κάθετη σχηματίζοντας ορθή γωνία αλλά και το αντίστροφο (σπανιότερα ασφαλώς) κάθετη να απολήγει σε οριζόντια και στην απόληξη να υφίσταται αρμός. Επίσης αρμός ανάμεσα σε δύο οριζόντιες επιφάνειες με αρμό (πχ σε προκατασκευή).
Σε κάποιες περιπτώσεις μπορούν να επιλεγούν αρμοσφραγιστικές μαστίχες σε κάποιες άλλες ελαστικές ταινίες ή συνδυασμός ελαστικών (ή και μη) μεμβρανών.
1ια. Η σχέση πλάτος αρμού προς επιμήκυνσή του είναι επίσης μια σημαντική και άγνωστη (τις περισσότερες φορές) στον τεχνικό κόσμο παράμετρος. Κανένα υλικό δεν μπορεί να δεχθεί μόνιμη παραμόρφωση πάνω από 20%. Συνήθως «η μέγιστη διαρκής επιμήκυνση των υλικών σφράγισης κυμαίνεται (ανεξάρτητα από την ελαστικότητά τους) μεταξύ 5 – 20% μόνο»2. Αυτό σημαίνει πως ένας αρμός που αναμένεται να επιμηκυνθεί σε ποσοστό μεγαλύτερο από το προαναφερόμενο είτε χρειάζεται να αυξηθεί το πλάτος του είτε χρειάζεται να επιλεγεί αντί του αρμοσφραγιστικού κάποια ειδική ταινία για την κάλυψή του είτε και η εφαρμογή ειδικών υλικών ή μεμβρανών σε συνδυασμό με ειδικά κορδόνια.
Ο ορισμός της ελαστικότητας είναι η δυνατότητα ενός υλικού μετά από την υποβολή του σε τάση από εξωτερικό παράγοντα να επανέρχεται στις αρχικές του διαστάσεις. Ελαστικότητα συνεπώς σημαίνει δυνατότητα ή τάση επαναφοράς ενός υλικού. Αυτή η τάση συνεπώς για επαναφορά στην αρχική κατάσταση τείνει να αποκολλήσει το αρμοσφραγιστικό υλικό.
1ιβ) Το αν είναι πορώδεις ή μη πορώδεις οι επιφάνειες χρειάζεται να εξετασθεί προτού αποφασισθεί το υλικό που θα επιλεγεί και κυρίως το αστάρι του.
2) Πως λειτουργεί ένα αρμοσφραγιστικό
Τα αρμοσφραγιστικά υλικά είναι ελαστικά υλικά ενός ή δύο συστατικών. Ο τρόπος με τον οποίο λειτουργούν έχει ως εξής:
Υπάρχουν υλικά που έχουν πολύ υψηλή συνοχή για παράδειγμα ο σίδηρος. Αυτό σημαίνει ότι τα μόριά του βρίσκονται πολύ κοντά το ένα με το άλλο σχηματίζοντας ισχυρούς δεσμούς συνοχής. Έτσι πλησιάζοντας και ακουμπώντας ένα άλλο σίδερο πάνω στην επιφάνειά του η απόσταση μεταξύ των δύο σίδερων (αν μπορούσαμε να τη δούμε στο μικροσκόπιο) παραμένει τεράστια σε σχέση με αυτή μεταξύ των μορίων. Γι’ αυτό και το ένα σίδερο με το άλλο δεν πρόκειται ποτέ να κολλήσουν με απλή επαφή ή πίεση μεταξύ τους.
Αντίθετα όταν ένα υλικό εμφανίζει ασθενή συνοχή μεταξύ των μορίων του, για παράδειγμα μία ζύμη, τότε με μικρή πίεση, μια δεύτερη ζύμη μπορεί να συγκολληθεί και να αποτελέσει ένα σώμα με την πρώτη.
Λόγω του εξαιρετικά πολύ μικρού μεγέθους των μορίων των υλικών δεν μπορούμε να αντιληφθούμε ότι και η πιο λεία επιφάνεια, αν εξετασθεί κάτω από μικροσκόπιο, εμφανίζει ανωμαλίες, κοιλότητες και εξοχές. Πολλές μάλιστα από αυτές τις εξοχές σε συνδυασμό με τις κοιλότητες σχηματίζουν τις λεγόμενες «άγκυρες». Σημεία δηλαδή όπου ένα υγρό ή με ασθενή συνοχή υλικό μπορεί να γεμίσει και που αν στερεοποιηθεί σε ένα πιο ισχυρό υλικό με χημική αντίδραση (είτε με το οξυγόνο, είτε με την υγρασία είτε με τη βοήθεια κάποιου καταλύτη είτε μέσω χημικών αντιδράσεων ανάμεσα στα δύο υλικά, αν είναι δύο συστατικών) μετά είναι πολύ δύσκολη έως αδύνατη η απομάκρυνσή του.
Όσο πιο ισχυρή είναι η πρόσφυση – αγκύρωση του αρμοσφραγιστικού υλικού, όπως είναι εύκολα κατανοητό, τόσο περισσότερο θα αντέξει. Για τούτο η χρήση ενός primerθα ισχυροποιήσει την πρόσφυση, καθώς επειδή είναι υγρό, θα καταφέρει να εισχωρήσει καλύτερα στις κοιλότητες της επιφάνειας αλλά και θα σταθεροποιήσει το υπόστρωμα από σκόνες και σαθρά.
3) Η αναγκαία προεργασία για τη σφράγιση ή τη στεγανοποίηση ενός αρμού.
Το υπόστρωμα σε κάθε περίπτωση πρέπει να είναι καθαρό από λάδια ή διαλύτες (πχ νέφτι) ή σκόνη.
Αν πρόκειται αντί για σφράγιση να γίνει στεγανοποίηση του αρμού με μεμβράνες ή ειδικές ταινίες τότε ο καθαρισμός πρέπει να γίνει στις επιφάνειες εκατέρωθεν του αρμού, όπου πρόκειται να έχουν πρόσφυση. Αν οι επιφάνειες αυτές εμφανίζουν πολλές ανωμαλίες, τότε αυτές θα πρέπει να εξομαλυνθούν. Η εξομάλυνση γίνεται είτε με μηχανικό τρόπο είτε με τη χρήση επισκευαστικών κονιαμάτων είτε με χρήση εποξειδικού στόκου.
Αν μέσα στον αρμό υπάρχει διογκωμένη ή εξηλασμένη πολυστερίνη για τη διαμόρφωσή του κατά την κατασκευή, τότε αυτή αφαιρείται πάντα με μηχανικό τρόπο. Ποτέ δεν πρέπει να χρησιμοποιούμε φλόγα ή χημικά. Ο καπνός από τη φλόγα και τα χημικά θα επικαθήσουν στις παρειές του αρμού και θα μειώσουν την πρόσφυση των αρμοσφραγιστικών υλικών.
Μετά τις εξομαλύνσεις και τους καθαρισμούς και πριν περάσουμε το αστάρι, στην περίπτωση χρήσης αρμοσφραγιστικού υλικού εφαρμόζουμε κορδόνι από διογκωμένο-αφρώδες πολυαιθυλένιο, προκειμένου να διαμορφώσουμε το βάθος της σφράγισης. Στόχος είναι να αυξήσουμε το λόγο Επιφάνεια Πρόσφυσης προς Μάζα Τάσης. Το βάθος ορίζεται από συγκεκριμένο κανόνα ανάλογα με το πλάτος του αρμού. Έτσι για αρμούς πλάτους έως ένα εκατοστό το βάθος της σφράγισης, άρα και της τοποθέτησης του κορδονιού, πρέπει να ισούται με πλάτος του αρμού. Για αρμούς πλάτους από ένα εκατοστό έως 3 εκατοστά το βάθος που θα πρέπει να τοποθετηθεί το κορδόνι πρέπει να είναι ίσο με το μισό του πλάτους.
Για αρμούς πάνω από 3 εκατοστά πλάτους πρέπει να ακολουθηθούν λύσεις με ειδικές μεμβράνες υψηλής ελαστικότητας που επικολλώνται στα εξωτερικά άκρα εκατέρωθεν του αρμού με εποξειδική πάστα, ή με σύστημα ελαστικών μεμβρανών που επίσης θα επικολληθούν στα εξωτερικά άκρα του αρμού, σε συνδυασμό με κορδόνι για το σχηματισμό Ω. Ο σχηματισμός αυτός επιτρέπει στη μεμβράνη να μπορεί να παραλαμβάνει τις τάσεις των επιφανειών.
Αν ο αρμός έχει τρεις επιφάνειες (δηλαδή έχει επιφάνεια στο βάθος, η οποία βρίσκεται κοντά στην επιφάνεια και συμπίπτει με το αναγκαίο βάθος ή βρίσκεται υψηλότερα απ’ αυτό) τότε απαιτείται ο διαχωρισμός του αρμοσφραγιστικού από τον πυθμένα του αρμού με τη χρήση ενός ελαιόχαρτου ολίσθησης.
Στα εξωτερικά άκρα, εκατέρωθεν του αρμού επικολλούμε χαρτοταινία, προκειμένου να αποφύγουμε τη συγκόλληση αρμοσφραγιστικού σ’ αυτές τις επιφάνειες.
Κατόπιν εφαρμόζουμε το ειδικό αστάρι στις παρειές του αρμού. Το κάθε αρμοσφραγιστικό ή στεγανοποιητικό υλικό έχει το δικό του αστάρι και δεν πρέπει να χρησιμοποιείται οποιοδήποτε αστάρι για όλες τις περιπτώσεις.
Τα αστάρια αυτά συνήθως έχουν opentime(χρονικό όριο εφαρμογής των αρμοσφραγιστικών μετά την εφαρμογή τους) από 15 λεπτά ως μία ώρα. Το opentimeκυμαίνεται αναλόγως της υγρασίας στην ατμόσφαιρα. Αν το χρονικό όριο παρέλθει τότε ο αρμός πρέπει να επαλειφθεί εκ νέου με το αστάρι.
4) Η εργασία σφράγισης ενός αρμού
α. με αρμοσφραγιστικά υλικά
Το αρμοσφραγιστικό υλικό μπορεί να είναι είτε ενός είτε δύο συστατικών. Τα ενός συστατικού εφαρμόζονται είτε με πιστόλι σιλικόνης, αν βρίσκονται σε συσκευασία φύσιγγας είτε με ειδικό πιστολέτο για «σαλάμια» αν βρίσκεται σε τέτοια συσκευασία. Ενός συστατικού αρμοσφραγιστικά υλικά μπορεί είναι: η σιλικόνη, η ακρυλική μαστίχη, η πολυουρεθανική μαστίχη, η ασφαλτική, η βουτιλική μαστίχη κλπ. Τα δύο συστατικών υλικά αναδεύονται επαρκώς μέχρι να αποκτηθεί ένα ομοιογενές μίγμα και εφαρμόζονται με σπάτουλα ή χυτά. Τέτοια υλικά είναι οι θειόκολλες και τα πολυσουλφίδια ή οι πολυουρεθανικές-ασφαλτικές μαστίχες.
Τα πιο θιξοτροπικά υλικά και αναλόγως του πλάτους του αρμού (αν είναι δηλαδή τόσο μεγάλος ώστε να το επιτρέπει), πρέπει να εφαρμόζονται πιέζοντάς τα στην μία παρειά του αρμού, κατόπιν στη δεύτερη και συμπληρώνοντας στο κέντρο. Ο αρμός διαμορφώνεται με βρεγμένη σπάτουλα. Στην επιφάνειά του παρεμβαίνουμε είτε με κοίλο αντικείμενο είτε με το δάκτυλο (που τα έχουμε προηγουμένως βουτήξει σε σαπουνόνερο) ώστε να διαμορφωθεί μια ελαφρά κοιλότητα προς τα έσω του αρμού και να μην είναι τελείως οριζόντια επίπεδη επιφάνεια.
Τέλος αφαιρούμε γρήγορα τις χαρτοταινίες από τα άκρα του αρμού.. Αν τις αφήσουμε για μεγάλο χρονικό διάστημα τότε είτε αφαιρώντας τες θα παρασύρουν τμήμα του αρμοσφραγιστικού που δε θα έχει προλάβει να ολοκληρώσει την πήξη του αλλά και δε θα βρίσκεται σ’ εκείνο το πρώιμο στάδιο όπου θα μπορεί να γίνει εύκολα το φινίρισμά του, είτε θα έχει πήξη επαρκώς οπότε ένα μέρος της ταινίας θα παρασύρει μεγάλη ποσότητα από το αρμοσφραγιστικό είτε θα παραμείνει μέσα σ’ αυτό.
β. Με ταινίες στεγανοποίησης αρμών
Οι ταινίες στεγανοποίησης αρμών είναι ταινίες από υπερελαστικό υλικό και χρησιμοποιούνται για αρμούς με μεγάλη κινητικότητα (οριζόντιους ή κάθετους). Εφαρμόζονται σε συνδυασμό με εποξειδική πάστα η οποία λειτουργεί ως συγκολλητικό της ταινίας εκατέρωθεν του αρμού.
ΠΡΟΣΟΧΗ: σημαντικό βήμα για την επιτυχία αυτού του συστήματος είναι η εξομάλυνση των επιφανειών εκατέρωθεν του αρμού.
Οι ταινίες αυτές τοποθετούνται πάνω στον αρμό οποίος πρέπει να είναι πληρωμένος ως τα χείλη του με αφρώδες υλικό γεμίσματος (πχ διογκωμένη ή εξηλασμένη πολυστερίνη).
γ. Με σύστημα ελαστικών μεμβρανών και κορδόνι
Το σύστημα αυτό ακολουθεί συγκεκριμένους κανόνες εφαρμογής για το σχηματισμό Ω προκειμένου να μπορεί να παραλαμβάνει τις μετακινήσεις του αρμού χωρίς να θραύονται οι στεγανωτικές μεμβράνες. Στην ουσία αποτελούν σύστημα εφαρμογής και γεφύρωσης στεγανωτικών στρώσεων και όχι τοπικής αντιμετώπισης αρμών. Με το σύστημα αυτό μπορούν ελαστικές ασφαλτικές μεμβράνες, οπλισμένα πολυουρεθανικά υγρής φάσης υλικά, μεμβράνες EPDM, ακόμη και μεμβράνες PVC, να ανταποκρίνονται στις μετακινήσεις των αρμών χωρίς πρόβλημα. Το θέμα αυτό θα αναλυθεί σε μελλοντικό άρθρο.
Για τους αρμούς σύνδεσης και διακοπής εργασιών η συνέχεια θα γίνει με επόμενη ανάρτηση.
Βιβλιογραφική αναφορά:
1 Wendehorst: Δομικά Υλικά
2 Χημική Τεχνολογία Μονωτικών Υλικών. Τόμος IV Χρήστος Χατζηάστρου.
Γιώργος Μαυρουλέας
(Δεν επιτρέπεται η αναδημοσίευση των κειμένων ή τμήματος αυτών χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του συγγραφέα)