ΓΙΑΤΙ ΤΟ ΥΠΟΣΤΡΩΜΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΛΕΙΑΙΝΕΤΑΙ Ή ΝΑ ΕΞΟΜΑΛΥΝΕΤΑΙ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΤΕΓΑΝΟΠΟΙΗΤΙΚΩΝ ΥΛΙΚΩΝ
Τραχιές επιφάνειες, με έντονη αδρότητα δηλαδή, ή και ανωμαλίες, μπορούν να προκαλέσουν αρκετά προβλήματα στις εφαρμογές υλικών. Θα αναλύσουμε παρακάτω μια σειρά από αυτά, προηγουμένως όμως είναι αναγκαίο να ορίσουμε ορισμένες ονομασίες ώστε να γίνεται πιο κατανοητό αυτό στο οποίο αναφερόμαστε.
Ακμή: οξείες γωνίες που σταδιακά καταλήγουν σε κορυφή – μύτη (σε κωνικά, πολυεδρικά ή και ακανόνιστα σχήματα) ή πλευρές αρκετά μικρών επιπέδων, πχ εκεί που τάβλες του ξυλοτύπου έχουν εισχωρήσει λίγο πιο μέσα από το επίπεδο της επόμενης τάβλας.
Ανωμαλίες: επιφάνειες με σχετικά έντονες κοιλότητες ή κυρτώματα που αλλοιώνουν την επιπεδότητα σε μικρό εμβαδόν. Δεν θα αναφέρεται ο όρος σε επιφάνειες με μύτες ή ακμές.
Δίεδρες γωνίες ή τρίεδρες γωνίες: στην πραγματικότητα είναι οι ακμές δύο ή τριών επιπέδων στα σημεία που συναντώνται οι πλευρές τους. Δε θα αναφέρονται στο κείμενο όμως ως ακμές, για να μην μπερδεύονται ως σχήματα με τις «ακμές» όπως τις έχουμε ορίσει.
Διαμήκεις μικρές προεξοχές: κάτι που διαταράσσει την επιπεδότητα ενός υλικού ή επιφάνειας ως κάτι που εκτείνεται προς τα έξω ή προς τα πάνω (αν θέλετε) από αυτήν και έχει κάποιο ικανό μήκος πχ ένα σωλήνας ή ένα μεταλλικό στοιχείο που εξέχει από το δάπεδο για λίγα ή περισσότερα μέτρα κλπ.
Πότε σε μια επιφάνεια μπορεί να θεωρηθεί ότι απαιτείται λείανση ή εξομάλυνση
Αυτό εξαρτάται από τους εξής παράγοντες:
Αυτό εξαρτάται από τους εξής παράγοντες:
1) από το πάχος του στεγανοποιητικού υλικού ή της στεγανοποιητικής στρώσης.
Κατά προτίμηση ακμές, ανωμαλίες, αδρές επιφάνειες και εξοχές στο υπόστρωμα δε θα πρέπει υπερβαίνουν το 1/3 του πάχους της στεγανωτικής στρώσης. Διαφορετικά πρέπει να υφίστανται λείανση ή εξομάλυνση.
Κατά προτίμηση ακμές, ανωμαλίες, αδρές επιφάνειες και εξοχές στο υπόστρωμα δε θα πρέπει υπερβαίνουν το 1/3 του πάχους της στεγανωτικής στρώσης. Διαφορετικά πρέπει να υφίστανται λείανση ή εξομάλυνση.
2) από την ψαθυρότητα του υποστρώματος. Σε ψαθυρό υπόστρωμα οι συστολές και διαστολές της στεγανωτικής στρώσης προκαλούν αποφλοιώσεις του υποστρώματος, οι οποίες με τον καιρό θα προκαλέσουν και τρύπες στην ίδια. Το υπόστρωμα σε αυτή την περίπτωση πρέπει να λειανθεί, είτε να εξομαλυνθεί, είτε και να σταθεροποιηθεί.
3) από τη μηχανική καταπόνηση της επιφάνειας
4) όταν δε μεσολαβεί διαχωριστική στρώση η οποία να προσφέρει επαρκή προστασία πχ γεωύφασμα ικανού πάχους ή ανθεκτικότητας στο να παραλάβει τις ιδιαιτερότητες που καταστρέφουν την επιπεδότητα μιας επιφάνειας. Αυτό δεν ισχύει για τα επαλειφόμενα ή σχεδόν για όλα τα ψεκαζόμενα στεγανοποιητικά υλικά, όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό.
5) από το αν το στεγανωτικό υλικό δε φέρει οπλισμό ή ρέει κατά την εφαρμογή του. (πχ όλα σχεδόν τα επαλειφόμενα και τα περισσότερα από τα ψεκαζόμενα στεγανοποιητικά υλικά).
6) από το αν η στεγανοποιητική στρώση θα αποτελεί και την τελική επιφάνεια ενός δώματος ή κατακόρυφης επιφάνειας.
7) όταν στην επιφάνεια έχουν επαλειφθεί χρώσεις ή υφίστανται παλαιότερες στεγανωτικές στρώσεις, ή έχουν φυτρώσει βρύα ή και υφίστανται υπολείμματα κονιαμάτων.
Στεγανοποιητικά υλικά
Στεγανοποιητικό υλικό θεωρείται κάθε τέτοιο που δεν αφήνει το νερό να διέλθει από τη μάζα του, είναι δηλαδή υδρόφοβο. Κατά συνέπεια αυτή πρέπει να βρίσκεται σε συνοχή και να είναι συνεχής η εφαρμογή του σε όλη την επιφάνεια που επιθυμούμε να στεγανοποιήσουμε.
Σε όλα σχεδόν τα υλικά υπάρχει ένα ελάχιστο πάχος που διασφαλίζει σίγουρη στεγανότητα. (πλην των διεισδυτικών όπου μόνο αρχικά απαιτείται όχι σαν πάχος όμως αλλά σαν ποσότητα/μ2).
Τα στεγανοποιητικά υλικά διαχωρίζονται σε τρεις κύριους τύπους με βάση την εφαρμογή τους:
Α) τις οπλισμένες ή άοπλες προκατασκευασμένες μεμβράνες που διαστρώνονται και επικολλώνται με διάφορες μεθόδους
Β) τα επαλειφόμενα ή και ψεκαζόμενα υλικά τα οποία μετά την πήξη τους σχηματίζουν μια συνεχή υδρόφοβη μεμβράνη.
Γ) τα διεισδυτικά υλικά που διεισδύουν στο πορώδες της επιφάνειας και μετά την πήξη τους δεν επιτρέπουν στο νερό να εισχωρήσει σ’ αυτήν.
Τι συμβαίνει όταν υπάρχουν ακμές στην επιφάνεια που θα στεγανοποιηθεί
Θα εξετάσουμε ανά τύπο στεγανοποιητικού υλικού τι συμβαίνει:
1. Οι προκατασκευασμένες μεμβράνες με τις συστολές και διαστολές από τις θερμοκρασιακές μεταβολές έρπουν πάνω στις επιφάνειες καθώς μεταβάλουν αντίστοιχα τις διαστάσεις τους. Αυτή η κίνηση μπορεί να σπάσει την ακμή και να μείνει σαν χαλικάκι κάτω από τη μεμβράνη. Κάτι τέτοιο θα εξελιχθεί σε σημαντικό κίνδυνο για τη διάτρησή της, με αποτέλεσμα την είσοδο νερού κάτω από τη στεγανωτική στρώση. Για τούτο (και κυρίως στις μεμβράνες που τοποθετούνται ελεύθερα στο υπόστρωμά τους) προτείνεται πάντα η χρήση γεωυφάσματος βαρέως τύπου, ώστε να προληφθεί μια τέτοια περίπτωση ή η εξομάλυνση με λειαντήρες ή ειδικές ξύστρες σε περίπτωση μεμβρανών που επικολλώνται στο υπόστρωμά τους.
2.Τα επαλειφόμενα ή ψεκαζόμενα υλικά δεν έρπουν με τον ίδιο τρόπο όπως οι προκατασκευασμένες μεμβράνες αλλά σε μια ακμή, θα κυλήσουν εκατέρωθέν της ή θα παρασυρθεί το υλικό από την ακμή προς τα όμορα υποβαθμισμένα τμήματα της επιφάνειας. Κατά συνέπεια στα υψηλότερα σημεία της ακμής δε θα υπάρχει στεγανωτικό υλικό στην πραγματικότητα. Ή αν υπάρχει, θα είναι τόσο λεπτής στρώσης που αρκετά σύντομα η UV ακτινοβολία γρήγορα θα το καταστρέψει. Στα επαλειφόμενα υλικά ακμές μεγαλύτερες από ένα χιλιοστό μπορούν να αποτελέσουν κίνδυνο για οπές.
3. Στα διεισδυτικά στεγανωτικά υλικά συμβαίνει κάτι αντίστοιχο με τα επαλειφόμενα, αν και εδώ ο κίνδυνος είναι σημαντικά μικρότερος. Επειδή όμως η ποσότητα του υλικού που απαιτείται για να διασφαλιστεί η ποιότητα της εφαρμογής και το βάθος διείσδυσης είναι συγκεκριμένη και απαιτείται να είναι η ίδια σε όλο το εμβαδόν της, είναι αναγκαίο προηγουμένως να λειαίνονται οι ακμές.
Τι συμβαίνει όταν υπάρχουν δίεδρες ή τρίεδρες γωνίες στην επιφάνεια που θα στεγανοποιηθεί
Α. στις προκατασκευασμένες μεμβράνες μπορούν να συμβούν τα εξής:
1. Στις εσοχές μια δίεδρης ή τρίεδρης γωνίας συντονίζονται όλες οι διαμήκεις συστολές ή διαστολές των εδρών της γωνίας, με αποτέλεσμα να καταπονείται ιδιαίτερα σ’ αυτό το σημείο η μεμβράνη, η οποία τείνει να ανοίξει. Για τούτο και πρέπει α) να διακόπτεται η μεμβράνη του δαπέδου και να τοποθετείται άλλο τεμάχιο στην κατακόρυφη περίμετρό του, για να αποφεύγεται η δύναμη συστροφής της μεμβράνης εξαιτίας διαφορετικών κινήσεων από τις θερμοκρασιακές μεταβολές και τις συστολές και διαστολές των επιφανειών που συνεπάγονται β) πάντα να επικολλάται επικαλυπτικό τεμάχιο της ίδιας μεμβράνης στα σημεία αυτά ώστε να αυξάνεται η αντοχή του συστήματος στο σημείο καταπόνησής του.
2. Το ειδικό τεμάχιο στην εσωτερική ειδικά τρίεδρη γωνία αλλά και στην εξωτερική λιγότερο, παρουσιάζει δυσκολίες στην εφαρμογή και τείνει να ανοίξει. Για τούτο το σχήμα στο οποίο το τεμάχιο αυτό θα κοπεί αλλά και ο τρόπος με τον οποίο θα επικολληθεί έχει σημασία.
3. Στις εξωτερικές δίεδρες ή τρίεδρες γωνίες η αποφυγή ακμών γίνεται με ελαφριά λείανση που καθιστά καμπύλη τη γωνία. Αν το υπόστρωμα έχει μεταλλικές ακμές είναι αναγκαία η χρήση ειδικού τεμαχίου που θα καλύπτει ακμές από τις οποίες με την τριβή της σε αυτές θα μπορούσε να τραυματισθεί η μεμβράνη.
4. Εξομαλύνσεις των εσωτερικών δίεδρων γωνιών του δαπέδου με κατακόρυφες επιφάνειες δεν πρέπει να γίνονται με τσιμεντοκονιάματα αλλά με μικρά τριγωνικά τεμάχια που τοποθετούνται ελεύθερα ή επικολλώνται στη γωνία. Τα κονιάματα σπάνε ή παρακολουθούν αρκετές φορές την κίνηση του δαπέδου και αποκολλώνται . Επειδή το ύψος που συνήθως επιλέγεται είναι ψηλό, αφήνει ελάχιστο περιθώριο στις επικολλούμενες μεμβράνες να το υπερβούν για τουλάχιστον 10-15 εκατοστά. Αυτό από μόνο του μπορεί να προκαλέσει αστοχία και άνοιγμα της μεμβράνης (ειδικά αν δεν υπάρχει μηχανική στερέωση της απόληξής της).
Β. στις επαλειφόμενες ή ψεκαζόμενες μεμβράνες αλλά και στα διεισδυτικά στεγανοποιητικά υλικά μπορούν να συμβούν τα εξής:
1. το πάχος του υλικού στις δίεδρες και τρίεδρες εξωτερικές γωνίες να είναι εξαιρετικά λεπτό λόγω της ακμής της γωνίας.
2. στις τρίεδρες ή δίεδρες εσωτερικές γωνίες, η μία έδρα των οποίων θα είναι αυτή του δαπέδου, το πρόβλημα που παρουσιάζεται είναι το ακριβώς αντίθετο. Το επαλειφόμενο υλικό μπορεί να κυλήσει προς τα κάτω και να συσσωρευτεί μεγαλύτερη ποσότητα από αυτή που απαιτείται για να μην προκληθούν ρωγμές στη μάζα του (εξαιτίας της πιο γρήγορης ξήρανσης της επιφάνειάς του). Εκτός από την κύλιση η ίδια η αντικειμενική δυσκολία περιορισμού της ποσότητας με τη ρακλέτα ή το πινέλο στη γωνία (ένεκα του σχήματός τους) αφήνει περισσότερο πάχος υλικού από το επιτρεπόμενο.
Για τούτο οι εσωτερικές γωνίες πρέπει να εξομαλύνονται με ρητινούχα τσιμεντοκονιάματα στα σταθερά υποστρώματα. Σε μη σταθερά υποστρώματα πρέπει να ενισχύονται με ισχυρούς οπλισμούς που θα προκαλούν αποσύμπλεξη και μπορούν να πιεστούν με σπάτουλα στη γωνία, ώστε να αφαιρεθεί η παραπανίσια ποσότητα από το σημείο αυτό.
Για τούτο οι εσωτερικές γωνίες πρέπει να εξομαλύνονται με ρητινούχα τσιμεντοκονιάματα στα σταθερά υποστρώματα. Σε μη σταθερά υποστρώματα πρέπει να ενισχύονται με ισχυρούς οπλισμούς που θα προκαλούν αποσύμπλεξη και μπορούν να πιεστούν με σπάτουλα στη γωνία, ώστε να αφαιρεθεί η παραπανίσια ποσότητα από το σημείο αυτό.
Τι συμβαίνει όταν υπάρχουν ανωμαλίες στην επιφάνεια που πρόκειται να στεγανοποιηθεί
Α. στις προκατασκευασμένες μεμβράνες μπορούν να συμβούν τα εξής:
1. Στις κοίλες ανωμαλίες η μεμβράνη μπορεί να βρίσκεται στον αέρα και να καταπονείται στο σημεία αυτά, με αποτέλεσμα η διαρκής καταπόνηση να της προκαλέσει ερπυσμό και να πάρει το σχήμα της κοιλότητας. Αυτό θα προκαλέσει μείωση του πάχους της μεμβράνης στην περίμετρο της κοιλότητας και αδυναμία ή σχίσιμο του οπλισμού της σε βάθος χρόνου.
2. Στις κοίλες ανωμαλίες θα συγκεντρώνεται νερό, το οποίο θα παραμένει μέχρι την εξάτμισή του. Οι διαρκείς κύκλοι εξάτμισης καταπονούν τη μεμβράνη τοπικά με τρεις τρόπους : α) γρήγοροι και απότομοι κύκλοι ψύξης και απόψυξης λόγω της εξάτμισης του νερού που απάγει θερμοκρασία από το υπόστρωμά του κατά τη μεταπήδησή του από την υγρή στην αέρια φάση β) εναπόθεση αλάτων που σχηματίζοντας τις κρυσταλλικές δομές τους διατρυπούν αργά αλλά σταθερά τη μεμβράνη γ) ανάπτυξη βιολογικών παραγόντων που τη διαβρώνουν με αργούς ρυθμούς.
3. στις κυρτές ανωμαλίες, πάλι λόγω ερπυσμού μειώνεται το πάχος της μεμβράνης στην κορυφή της κύρτωσης.
Β. στις επαλειφόμενες ή ψεκαζόμενες μεμβράνες αλλά και στα διεισδυτικά στεγανοποιητικά υλικά μπορούν να συμβούν τα εξής:
1. στις κοιλότητες θα συσσωρευτεί περίσσια ποσότητα υλικού και θα προκληθούν ρωγμές λόγω της γρηγορότερης επιφανειακής ξήρανσης.
2. στις κυρτές ανωμαλίες το υλικό που θα εφαρμοσθεί θα έχει μικρότερο πάχος από το αναγκαίο με αποτέλεσμα να μην επιτελέσει το ρόλο του για το διάστημα που έχει υπολογισθεί.
3. στις κυρτές επιφάνειες το επαλειφόμενο υλικό καταπονείται περισσότερο από τη βατότητα σε σχέση με τις επίπεδες επιφάνειες
4. στις κοιλότητες θα συγκεντρώνεται νερό, το οποίο θα παραμένει μέχρι την εξάτμισή του. Και εδώ οι διαρκείς κύκλοι εξάτμισης θα καταπονούν το στεγανοποιητικό υλικό τοπικά με τους ακόλουθους τρόπους : α)γρήγοροι και απότομοι κύκλοι ψύξης και απόψυξης λόγω της εξάτμισης του νερού που απάγει θερμοκρασία από το υπόστρωμά του κατά τη μετάβασή του στην αέρια φάση β)εναπόθεση αλάτων που σχηματίζοντας τις κρυσταλλικές δομές τους διατρυπούν αργά αλλά σταθερά το υλικό γ)ανάπτυξη βιολογικών παραγόντων στα λιμνάζοντα ύδατα δ) με διάλυση του υλικού καθώς θα παραμένει για μεγαλύτερες χρονικές περιόδους κάτω από το νερό και μάλιστα μαλακό καθώς είναι βρόχινο το νερό. Το μαλακό νερό ως γνωστόν, είναι πιο διαλυτικό από το σκληρό νερό.
Τι συμβαίνει όταν υπάρχει αδρότητα στην επιφάνεια που πρόκειται να στεγανοποιηθεί
Α. στις προκατασκευασμένες μεμβράνες μπορούν να συμβούν τα εξής:
1. σε κατακόρυφες επιφάνειες που θα απολήξει η στεγανωτική μεμβράνη δεν πρέπει να υπάρχει αδρότητα καθώς θα προκληθούν πολλά συρίγγια από τα οποία θα παρακάμπτεται η κατακόρυφη απόληξή της από το νερό που θα κυλά προς τα κάτω.
2. στις οριζόντιες επιφάνειες που παρουσιάζουν έντονη αδρότητα ισχύει ό,τι και για τις ακμές που προαναφέραμε, μόνο που εδώ το πρόβλημα πολλαπλασιάζεται.
Β. στις επαλειφόμενες μεμβράνες μπορούν να συμβούν τα εξής:
1. τόσο στις κατακόρυφες όσο και στις οριζόντιες επιφάνειες ισχύει ότι και για τις ακμές και τις ανωμαλίες (βλ. κοιλότητες)
Με ποιους τρόπους λειαίνουμε ή εξομαλύνουμε τις επιφάνειες
1. με λειαντήρες σκυροδέματος
2. με ειδικές ξύστρες
3. με ρητινούχα τσιμεντοκονιάματα (αυτοεπιπεδούμενα και μη)
4. με ισχυρά γεωυφάσματα (όταν πρόκειται να εργασθούμε με συνθετικές θερμοσυγκολλούμενες μεμβράνες κυρίως).
5. με θυσιαζόμενες στρώσεις υλικού στεγανοποίησης
6. με κρουστικά δράπανα.
7. με σπατουλάρισμα υλικού
8. με ελικοπτέρωση όταν είναι φρέσκο το μπετόν.
9. με ειδικά μεταλλικά τεμάχια
10. με ελαφροκονιάματα (αφρομπετόν, περλομπετόν κλπ)
Γιώργος Μαυρουλέας
(Δεν επιτρέπεται η αναδημοσίευση των κειμένων ή τμήματος αυτών χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του συγγραφέα)