Επιστροφή Αρχική > Κώδικας βασικής πολεοδομικής νομοθεσίας > Μέρος-ΙV > Κεφάλαιο-Β > Αρθρον-421 |
(Αρθ-61 παρ.3 και Αρθ-62 παρ.1 και παρ.3 ΝΔ/17-7/16-8-23) |
ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΑΡΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ |
1. Εάν σε οποιαδήποτε οικοδομή και γενικά οποιαδήποτε εργασία δόμησης, κατασκευή και εγκατάσταση παρουσιαστεί, μετά την εκτέλεσής τους για λόγους παλαιότητας ή από οποιαδήποτε άλλη αιτία, κίνδυνος ως προς τη στερεότητα ή την υγιεινή, ο ιδιοκτήτης του έργου υποχρεούται στην άμεση άρση του κινδύνου αυτού. 2. Ο ιδιοκτήτης του έργου που έχει χαρακτηριστεί επικίνδυνο ευθύνεται για την πληρωμή των δαπανών και ζημιών που απαιτούνται για την άρση του κινδύνου.
3. Για παραβάσεις που ανάγονται στη στερεότητα, εάν τα στοιχεία του έργου που επιδρούν σ’αυτή εκτελέστηκαν με βάση τη μελέτη που εγκρίθηκε από την υπηρεσία και στην εκτέλεση αυτή εξακριβώθηκε ότι υπάρχουν οι προϋποθέσεις της μελέτης υπεύθυνος για την πληρωμή των δαπανών κατεδάφισης και ζημιών είναι ο συντάκτης της εγκεκριμένης μελέτης. Σε περίπτωση αμφιβολιών ως προς το είδος των παραβάσεων που συνεπάγονται τη μετατόπιση της ευθύνης στο μελετητή αποφαίνεται ανεκλήτως ο Υπουργός Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων ‘Εργων ύστερα από σύμφωνη γνώμη του ΚΣΧΟΠ. |
|
|
Κώδικας βασικής πολεοδομικής νομοθεσίας > Μέρος-ΙV > Κεφάλαιο-Β > Αρθρον-422 |
(Αρθ-1 ΠΔ-13/22-4-29) |
ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΩΝ ΟΙΚΟΔΟΜΩΝ ΚΑΙ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟΥ ΤΟΥΣ |
1. Διακρίνονται τέσσερις περιπτώσεις επικίνδυνων οικοδομών:
Επικίνδυνες από άποψη στατικής και δομικής, από άποψη υγιεινής, από άποψη ασφάλειας κατά του πυρός και από άποψη κυκλοφορίας του κοινού στο εσωτερικό χώρων συνάθροισης.
2. Οικοδομή και εν γένει κατασκευή θεωρείται επικίνδυνη από άποψη στατική και δομική (κοινώς ετοιμόρροπη) όταν λόγω ανεπαρκούς ή κακής θεμελίωσης, κακής ποιότητας ή σύνθεσης των υλικών από τα οποία αποτελείται, κακότεχνης εργασίας δόμησης, υποσκαφής ή διάβρωσης από ύδατα ή άλλα υγρά, ακατάλληλης διάταξης ή σύνδεσης ή ανεπαρκών διαστάσεων των στοιχείων της δεν παρουσιάζει εν όλω ή εν μέρει την απαιτούμενη για τα φορτία που θα βαστάζει και γενικά για τον προορισμό της ασφάλεια. Για όποιες περιπτώσεις δεν έχει εκδοθεί ειδικός κανονισμός ασφάλειας (δηλαδή όρια ασφάλειας υλικών, τηρητέοι κανόνες υπολογισμού, όροι ποιότητας, επεξεργασίας και εφαρμογής υλικών, κανόνες δόμησης και δομικές υλικών και κατασκευών), λαμβάνονται υπόψη τα γενικώς στην επιστήμη ισχύοντα σε σχέση προς την ειδική φύση και επεξεργασία των υλικών και τον τρόπο δόμησης της υπό έλεγχο κατασκευής. ‘Οταν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις του κινδύνου που εκδηλώνονται με σημαντικές καθιζήσεις, παρεκκλίσεις, αποσύνθεση μαζών τοιχοποιίας, ρωγμές δηλωτικές στατικής ανεπάρκειας σε σημείο επικίνδυνο, ο κίνδυνος θεωρείται ως άμεσος και η κατασκευή χαρακτηρίζεται κοινώς ως επικινδύνως ετοιμόρροπη. Το ίδιο ισχύει και οταν δεν υπάρχουν οι παραπάνω εξωτερικές ενδείξεις, αλλά από τον υπολογισμό ή τον τρόπο δόμησης (για τα υπό εκτέλεση έργα) ή την επενέργεια ορισμένων γνωστών αιτίων προκύπτει αναμφισβήτητα η ύπαρξη του κινδύνου.
Στην περίπτωση του παρόντος άρθρου υπάγονται και τα ζητήματα ασφάλειας του κοινού που κυκλοφορεί στους κοινόχρηστους χώρους, σε ό,τι αφορά βαθμίδες εσόδων, εξώστες και εν γένει επικίνδυνες αρχιτεκτονικές προεξοχές.
3. Κτίριο ή διαμέρισμά του θεωρείται επικίνδυνο από άποψη υγιεινής, όταν δεν πληρεί τους σχετικούς όρους τους οποίους καθορίζει και ο κτιριοδομικός κανονισμός.
4. Κατασκευή ή διαμέρισμα της θεωρείται επικίνδυνο από άποψη ασφάλειας κατά του πυρός, όταν δεν πληρεί τους σχετικούς όρους τους οποίους καθορίζει ο κανονισμός πυροπροστασίας.
Εξαιρετικά για τους χώρους συνάθροισης του κοινού, εφόσον δεν έχει εκδοθεί ειδικός κανονισμός ασφάλειας κατά του πυρός, εφαρμόζονται τα κατά την κρίση της αρμόδιας υπηρεσίας ενδεικνυόμενα μέτρα κατ’ αναλογία με τα ισχύοντα αλλού.
5. Χώρους συνάθροισης του κοινού θεωρείται επικίνδυνος από άποψη κυκλοφορίας του κοινού, όταν δεν πληρεί τους απαιτούμενες όρους για την άνετη και ασφαλή κυκλοφορία του κοινού μέσα σ’ αυτόν, την άνετη παρακολούθηση των θεαμάτων και ακροαμάτων κλπ και την ταχεία και ασφαλή εκκένωση σε περίπτωση αιφνίδιας ανάγκης. Εφόσον όλα αυτά δεν τα προβλέπει ειδικός κανονισμός, η αρχή δικαιούται να προβαίνει κάθε φορά στη ρύθμισή τους κατά την κρίση της. |
|
|
Κώδικας βασικής πολεοδομικής νομοθεσίας > Μέρος-ΙV > Κεφάλαιο-Β > Αρθρον-423 |
(Αρθ-2 ΠΔ-13/22-4-29) |
ΕΛΕΓΧΟΣ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΤΗΤΑΣ ΟΙΚΟΔΟΜΩΝ |
1. Κάθε πολίτης δικαιούται να καταγγέλλει την πιθανολογούμενη ύπαρξη κινδύνου στις οικοδομές, ή δε αστυνομική αρχή και η αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία δικαιούνται να θέσουν υπό έλεγχο για εξακρίβωση υπάρχοντος τυχόν κινδύνου κάθε κατασκεύασμα, είτε αποπερατωμένο είτε υπό κατασκευή.
2. Σε κάθε περίπτωση αρμόδια για την άσκηση του ελέγχου ως προς τον υφιστάμενο κίνδυνο κατασκευών είναι η πολεοδομική υπηρεσία, στην οποία και πρέπει να παραπέμπεται κάθε σχετική καταγγελία ή αίτηση, η δε αστυνομική αρχή οφείλει να επιβάλλει την εκτέλεση αυτών που αποφασίζονται από την πολεοδομική υπηρεσία κατά το παρόν κεφάλαιο.
3. ‘Οταν ο ιδιοκτήτης ή μισθωτής ακινήτου ζητά τον έλεγχό του από την πολεοδομική υπηρεσία από άποψη ασφαλείας για μελετώμενες εργασίες δόμησης (όπως προσθήκες ορόφων, μεταρρυθμίσεις, κατεδαφίσεις μεσοτοίχων κλπ) ή για επαύξηση της φόρτωσής του, οφείλει να συνυποβάλλει μαζί με την αίτησή του και σχετική έκθεση εξέτασης της κατασκευής από δύο ιδιώτες πολιτικούς μηχανικούς, διπλωματούχους ανωτάτων σχολών, αναγνωρισμένων από το Κράτος, και όσα σχετικά διαγράμματα θεωρήσει αναγκαία η υπηρεσία.
Εφόσον παραστεί ανάγκη ο ιδιοκτήτης εκτελεί με δική του δαπάνη και φροντίδα κάθε απαιτούμενη δοκιμαστική εργασία. |
|
|
Κώδικας βασικής πολεοδομικής νομοθεσίας > Μέρος-ΙV > Κεφάλαιο-Β > Αρθρον-424 |
(Αρθ-3 ΠΔ-13/22-4-29) |
ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΩΝ ΟΙΚΟΔΟΜΩΝ ΚΑΤΑ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ |
Σε κτίρια επικίνδυνα από άποψη υγιεινής ή ασφάλειας κατά του πυρός επιβάλλεται η άρση του κινδύνου ή τα αναγκαστικά μέτρα από την τυχόν μη άρση αυτού, εφόφον οι σχετικοί κανονισμοί το προβλέπουν ρητά για την υπό έλεγχο περίπτωση. Εάν όμως ο κίνδυνος υφίσταται ως προς την ασφάλεια της κατασκευής από άποψη στατική ή δομική ή από οποιαδήποτε άποψη σε χώρους συγκέντρωσης του κοινού, η άρση αυτού και τα μέτρα από την τυχόν μη άρση του επιβάλλονται αμέσως σε κάθε περίπτωση χωρίς καμία εξαίρεση. |
|
|
Κώδικας βασικής πολεοδομικής νομοθεσίας > Μέρος-ΙV > Κεφάλαιο-Β > Αρθρον-425 |
(Αρθ-4 ΠΔ-13/22-4-29) |
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΗΣ ΚΑΙ ΑΡΣΗΣ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΤΗΤΑΣ |
1. Η αρμόδια για τον έλεγχο του κινδύνου πολεοδομική υπηρεσία, ύστερα από καταγγελία ή αίτηση ή ειδοποίηση της αστυνομίας ή και αυτεπάγγελτα, προβαίνει σε αυτοψία για την εξακρίβωση του κινδύνου και συντάσσει σχετική έκθεση (πρωτόκολλο). Αν πρόκειται για πολύ απομακρυσμένη από την έδρα της παραπάνω υπηρεσίας περιοχή και η συγκοινωνία είναι δυσχερής, ο πρόεδρος της κοινότητας μπορεί να αναθέσει τον έλεγχο και σε οποιονδήποτε άλλο μηχανικό, αν δε δεν υπάρχει μηχανικός και σε δοκιμασμένες ικανότητας εμπειροτέχνη, από αυτούς που βρίσκονται πλησιέστερα στο ακίνητο. Αυτοί υποχρεούνται να συντάξουν την έκθεση και να την παραδώσουν στον πρόεδρο, ο οποίος, αφού κοινοποιήσει αντίγραφό της στους ενδιαφερόμενους σύμφωνα με τις διατάξεις του Αρθ-426, διαβιβάζει το πρωτότυπο στην παραπάνω αρμόδια για τον έλεγχο του κινδύνου υπηρεσία. Τα σχετικά με τις ενστάσεις και την αναθεώρηση των παραπάνω εκθέσεων υπάγονται στις γενικές διατάξεις του Αρθ-426 και επόμενα του παρόντος κεφαλαίου.
2. Η παραπάνω έκθεση πρέπει να περιγράφει σαφώς το ακίνητο που εξετάστηκε και να καθορίζει το είδος και την έκταση του κινδύνου, καθώς επίσης και λεπτομερώς τα εφαρμοστέα για την άρση του μέτρα, το αναγκαίο ή όχι της εν όλω ή εν μέρει εκκένωσης των διαμερισμάτων για την πραγματοποίηση των μέτρων αυτών και την προθεσμία μέσα στην οποία πρέπει αυτά να αρθούν (ανάλογα με τον κίνδυνο). Αν με την αυτοψία διαπιστωθεί ότι πρόκειται για κίνδυνο που ανάγεται στην ασφάλεια κατά του πυρός ή στην κυκλοφορία χώρων συνάθροισης του κοινού και τα μέτρα που πρέπει να επιβληθούν δεν προβλέπονται από ειδικό κανονισμό, τότε η έκθεση παραπέμπει την εξέταση του ζητήματος στην επιτροπή της παρ.1 του Αρθ-429. Η έκθεση, εκτός των άλλων, πρέπει να μνημονεύει, αν η κατεδάφιση επιβάλλεται επειδή αποκλείονται οι επισκευές (βλέπε επόμενη παρ.3), καθώς επίσης να ορίζει σαφώς και λεπτομερώς τις συνέπειες των υποδεικνυόμενων από αυτή μέτρων (παρ.4 του παρόντος άρθρου).
3. Για την αποτροπή του κινδύνου πρέπει να υποδεικνύονται κατά προτίμηση τα ηπιότερα μέτρα όπως επισκευές, ενισχύσεις, μεταρρυθμίσεις, προσθήκες κλπ και σε έσχατη περίπτωση οριστικές κατεδαφίσεις. Πάντως οι υποδεικνυόμενες εργασίες πρέπει να επιτρέπονται από τις κείμενες διατάξεις (πχ περίπτωση μη επισκευής αλλά κατεδάφισης επισκευάσιμου μεν αλλά ρυμοτομούμενου επικίνδυνου τμήματος κτιρίου). Σε περίπτωση κατεδάφισης μεσότοιχου για ανοικοδόμηση ασφαλέστερου και για τις συνέπειες της κατεδάφισης αυτής πρέπει να επιβάλλεται μόνιμος τρόπος αποσόβησης του κινδύνου και όχι πρόχειρα μέτρα. Ο ιδιοκτήτης υποχρεούται να εφαρμόζει ταχέως και εμπροθέσμως τα υποδεικνυόμενα στην έκθεση αυτοψίας μέτρα, δικαιούμενος να πραγματοποιεί και ριζικότερα. Εφόσον το ακίνητο διατελεί υπό αναγκαστικούς όρους μίσθωσης, τα ριζικότερα καθ’ υπέρβαση των υποδεικνυομένων μέτρα εφαρμόζονται εφόσον επιτρέπεται από τους αναγκαστικούς αυτούς όρους και σύμφωνα με τις σχετικές για αυτούς διατάξεις.
4. Αν δεν πραγματοποιήσει ο ιδιοκτήτης εμπρόθεσμα την εφαρμογή των υποδεικνυόμενων από την έκθεση μέτρων, τότε η πολεοδομική υπηρεσία προβαίνει στην άρση του κινδύνου, με την αναγκαστική εκκένωση και αχρησία των επικίνδυνων διαμερισμάτων μέχρι την οριστική άρση του κινδύνου από τον ιδιοκτήτη, εφόσον πρόκειται για κίνδυνο από τους προβλεπόμενους από τις παρ.2, 3, 4 και 5 του Αρθ-422, και η αχρησία κρίνεται ως επαρκές μέτρο για την αποσόβηση του κινδύνου για κίνδυνο προβλεπόμενο από την παρ.2 του Αρθ-422 ή και των υπόλοιπων παραγράφων του ίδιου άρθρου. Αν η κατά τα παραπάνω αχρησία δεν κρίνεται επαρκής για την αποσόωηση του κινδύνου η πολεοδομική υπηρεσία προβαίνει στην κατεδάφιση των επικίνδυνων μερών της κατασκευής. Αν το επικίνδυνο της κατασκευής οφείλεται σε παράβαση ρητών διατάξεων των οικοδομικών κανονισμών, των οποίων η τήρηση είναι υποχρεωτική, τότε η παραπάνω αχρησία δεν είναι επαρκής και επιβάλλεται η κατεδάφιση του επικίνδυνου μέρους και η προσαρμογή προς τους κανονισμούς αυτούς.
Για την παραπάνω αποσόβηση του κινδύνου από την αρμόδια υπηρεσία δεν απαιτείται ειδική διατύπωση, δικαιούται δε αυτή να αχρηστεύει ή και κατεδαφίζει και μη επικίνδυνα τμήματα της κατασκευής, εφόσον αυτό απαιτείται κατά την κρίση της για την αποσόβηση και άρση του κινδύνου από τα επικίνδυνα διαμερίσματα ή αποτελεί συνέπεια της κατεδάφισής τους. Η αρμόδια υπηρεσία δεν έχει οποιαδήποτε υποχρέωση για την υποστήλωση, ενίσχυση και επισκευή της κατασκευής. Εφόσον πρόκειται για οικοδομή που κατασκευάζεται ή επισκευάζεται η σύνταξη της παραπάνω έκθεσης συνεπάγεται εν γένει την αναστολή των εργασιών μέχρι την οριστική άρση του κινδύνου. |
|
|
Κώδικας βασικής πολεοδομικής νομοθεσίας > Μέρος-ΙV > Κεφάλαιο-Β > Αρθρον-426 |
(Αρθ-5 ΠΔ-13/22-4-29) |
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΗΣ ΚΑΙ ΑΡΣΗΣ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΤΗΤΑΣ (κοινοποίηση-ενστάσεις) |
1. Αντίγραφο της έκθεσης του προηγούμενου άρθρου κοινοποιείται από την πολεοδομική υπηρεσία στον ιδιοκτήτη και τους τυχόν ένοικους. Αν πρόκειται για ζητήματα που αναφέρονται σε μεσότοιχο και τις συνέπειες από την τυχόν κατεδάφισή του για ανοικοδόμηση, η έκθεση κοινοποιείται και στους δύο γείτονες ιδιοκτήτες και τους τυχόν ενοίκους. Οι ενδιαφερόμενοι δικαιούνται να υποβάλλουν ενστάσεις κατά της έκθεσης της πολεοδομικής υπηρεσίας εντός ορισμένης ανατρεπτικής προθεσμίας που ορίζεται στην ίδια έκθεση. Για τον καθορισμό της προθεσμίας αυτής λαμβάνεται υπόψη ο βαθμός του κινδύνου και η απόσταση του τόπου όπου βρίσκεται το επικίνδυνο από την έδρα της πολεοδομικής υπηρεσίας. Η ένσταση πρέπει να υποβάλλεται πάντοτε στην υπηρεσία που συνέταξε την έκθεση απευθείας. Ως χρονολογία υποβολής της ένστασης λογίζεται η ημερομηνία παράδοσής της στην πολεοδομική υπηρεσία. Η εμπρόθεσμη υποβολή των ενστάσεων αναστέλλει αυτεπάγγελτα την εκτέλεση της έκθεσης (πρωτοκόλλου) μέχρι την έκδοση νεότερης απόφασης. Ενστάσεις που υποβάλλονται στο Υπουργείο ή άλλες αρχές δεν μπορεί να ληφθούν υπόψη και διαβιβάζονται απλώς στην πολεοδομική υπηρεσία που συνέταξε την έκθεση, η οποία ενεργεί σχετικά εφόσον περιέλθουν σ’ αυτήν μέσα στην ανατρεπτική προθεσμία που έχει ταχθεί με την έκθεση. Στην έκθεση επικίνδυνης οικοδομής πρέπει, εκτός των άλλων, να καθορίζεται ο τρόπος υποβολής των ενστάσεων και να τονίζεται πως πρέπει να υποβληθούν, για να ληφθούν υπόψη.
2. ‘Οταν υποβληθούν ενστάσεις κανονικά, σύμφωνα με τα παραπάνω, στην πολεοδομική υπηρεσία που έχει συντάξει την έκθεση, αυτή επιμελείται για την αναθεώρησή της. Η αναθεώρηση της αρχικής έκθεσης πρέπει να ενεργείται πάντα από ανώτερο τεχνικό υπάλληλο της πολεοδομικής υπηρεσίας, διπλωματούχο πολιτικό μηχανικό. Αν δεν υπηρετεί διπλωματούχος πολιτικός μηχανικός στην πολεοδομική υπηρεσία που έχει συντάξει την αρχική έκθεση, τότε η αναθεώρηση παραπέμπεται στην προϊσταμένη αυτής πολεοδομική υπηρεσία. Αν ο μηχανικός που ενεργεί την αναθεώρηση καταλήξει στη σύνταξη έκθεσης με συμπεράσματα που διαφέρουν από αυτά της αρχικής, τότε και οι δύο εκθέσεις τίθενται υπόψη του προισταμένου της πολεοδομικής υπηρεσίας της νομαρχίας, ο οποίος ύστερα από αυτοψία προβαίνει ο ίδιος στην αναθεώρηση, εκτός αν στερείται των κατά τα παραπάνω προσόντων, οπότε την αναθεώρηση ενεργεί ο αρχαιότερος στην υπηρεσία πολιτικός μηχανικός. Επίσης ενεργείται πάντοτε η αναθεώρηση όταν πρόκειται για ενστάσεις που αναφέρονται σε κίνδυνο ασφαλείας από στατική και δομική άποψη στις περιπτώσεις:
α) κατασκευής μονολιθικών από σκυροκονίαμα ή από οπλισμένο σκυροκονίαμα ή από σίδητο, β) σοβαρών θεμελιώσεων και υποθεμελιώσεων, γ) της παρ.3 του Αρθ-423 και δ) μεσότοιχων και στην περίπτωση ανεπάρκειας των σχετιζόμενων ζητημάτων ασφαλείας κατά την κατεδάφιση και ανοικοδόμησή τους.
3. Η αναθεωρητική έκθεση συντάσσεται και κοινοποιείται με τον ίδιο τρόπο όπως και η αρχική. Κατ’αυτής επιτρέπονται ενστάσεις μόνο εφόσον πρόκειται για τις αναφερόμενες στην προηγούμενη παράγραφο τέσσερις περιπτώσεις ασφαλείας από δομική και στατική άποψη. Ο τρόπος υποβολής των ενστάσεων κατά της δεύτερης έκθεσης είναι ο ίδιος όπως παραπάνω και παραπέμπονται αυτές από την πολεοδομική υπηρεσία στην οποία υποβάλλονται στον οικείο Γενικό Γραμματέα Περιφερείας, ο οποίος και αποφασίζει τελικά.
4. Ο οικείος Γενικός Γραμματέας Περιφερείας δικαιούται και αυτεπάγγελτα να ελέγχει τις πράξεις των τεχνικών υπηρεσιών της περιφέρειάς του που αφορούν την αναγνώριση επικίνδυνων οικοδομών και να προβαίνει στην αναθεώρηση των σχετικών εκθέσεων, αποφασίζοντας τελικά.
5. Στις τέσσερις περιπτώσεις ασφαλείας από στατική και δομική άποψη που μνημονεύονται στην παραπάνω παρ.2 οι ενδιαφερόμενοι δικαιούνται να εφεσιβάλουν την απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφερείας στο Υπουργείο Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων ‘Εργων, του οποίου την επέμβαση μπορεί να ζητήσει και ο τελευταίος, αν το κρίνει αναγκαίο, αν η απόφασή του αντιτίθεται σε έκθεση δύο ιδιωτών πολιτικών μηχανικών διπλωματούχων ανώτατων αναγνωρισμένων τεχνικών σχολών, η οποία συντάσσεται με φροντίδα των ενδιαφερομένων. Το Υπουργείο αποφασίζει, αφού εξετάσει την υπόθεση με επιτροπή και δοκιμές ή κατά οποιοδήποτε άλλο κατάλληλο τρόπο νομίσει. |
|
|
Κώδικας βασικής πολεοδομικής νομοθεσίας > Μέρος-ΙV > Κεφάλαιο-Β > Αρθρον-427 |
(Αρθ-6 ΠΔ-13/22-4-29) |
ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΣ ΔΑΠΑΝΗΣ, ΚΥΡΩΣΕΙΣ |
1. Οποιαδήποτε δαπάνη για τον έλεγχο των οικοδομών από άποψη κινδύνου βαρύνει τον ιδιοκτήτη, ο οποίος οφείλει να προβαίνει σε κάθε εργασία και κάθε δοκιμή, την οποία η πολεοδομική υπηρεσία θα θεωρούσε αναγκαία για τον έλεγχο. ‘Οταν, σε περίπτωση αμέλειας του ιδιοκτήτη, προβεί η αρχή στην αναγκαστική άρση του κινδύνου, αυτός επιβαρύνεται με τις σχετικές δαπάνες, οι οποίες εισπράττονται από τον ιδιοκτήτη με απλές καταστάσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις για την είσπραξη των δημόσιων εσόδων.
2. Σε περίπτωση αναγκαστικής άρσης του κινδύνου με παρέμβαση της αρχής, οι δήμοι και οι κοινότητες πρέπει να προκαταβάλλουν τις αναγκαίες σχετικές δαπάνες και θα τις εισπράττουν σύμφωνα με τα οριζόμενα παραπάνω. Στην ανάγκη είναι δυνατό να καταβάλλει τις δαπάνες και το Δημόσιο. Πάντως η αναγκαστική άρση του κινδύνου από την αρχή πρέπει να επιδιώκεται με τον οικονομικότερο τρόπο.
3. Ο ιδιοκτήτης της επικίνδυνης οικοδομής είναι υπεύθυνος για κάθε φθορά και ζημία, η οποία θα προξενηθεί στην ίδια ή τις γειτονικές ιδιοκτησίες ή στο περιεχόμενό τους σε περίπτωση παρέμβασης της αρχής για την άρση του κινδύνου.
4. Αν ο κίνδυνος οφείλεται σε παράβαση των οικοδομικών κανονισμών, οι οποίοι έπρεπε να τηρηθούν κατά την εκτέλεση του έργου, εκτός από την παρέμβαση της αρχής για την άρση του κατά τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου εφαρμόζονται και οι διατάξεις του Κεφ.Α Μέρους IV για τις αυθαίρετες κατασκευές.
5. Στις περιπτώσεις της προηγούμενης παραγράφου, καθώς και σε κάθε άλλη περίπτωση επικίνδυνης οικοδομής, που ο ιδιοκτήτης δεν αίρει τον κίνδυνο μέσα στην προθεσμία που τάσσεται από την τελική έκθεση, η αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία, ασκεί την ποινική δίωξη κατά του παραβάτη σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Πάντως η ποινική δίωξη απαιτεί είτε να έχει καταστεί εκτελεστή η έκθεση για τον κίνδυνο λόγω μη εμπρόθεσμης υποβολής ή μη υποβολής ενστάσεων είτε να έχει εκδοθεί η τελική απόφαση σε περίπτωση υποβολής ενστάσεων. Οι ποινικές αυτές συνέπειες πρέπει να σημειώνονται στη σχετική έκθεση λεπτομερώς, για να λάβουν γνώση οι ενδιαφερόμενοι. |
|
|
Κώδικας βασικής πολεοδομικής νομοθεσίας > Μέρος-ΙV > Κεφάλαιο-Β > Αρθρον-428 |
(Αρθ-7 ΠΔ-13/22-4-29) |
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΡΣΗΣ ΤΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΣΕ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΩΣ ΕΤΟΙΜΟΡΡΟΠΕΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΕΣ |
1. Σε περίπτωση επικινδύνως ετοιμόρροπων κατασκευών (Αρθ-422 παρ.2) την έκθεση συντάσσει επιτροπή που καταρτίζεται σύμφωνα με τα παρακάτω οριζόμενα. Τρεις ημέρες μετά την κοινοποίηση αντίγραφου της έκθεσης αυτής στον ιδιοκτήτη και τους ενοίκους η πολεοδομική υπηρεσία προβαίνει ευθύς αμέσως στην κατεδάφιση της επικίνδυνης κατασκευής, αποκλειόμενης οποιασδήποτε ένστασης ή παρέμβασης. Αν η επιτροπή διαπιστώσει σοβαρό και άμεσο κίνδυνο, ύστερα από σχετική μνεία στην έκθεσή της για την αμεσότητα του κινδύνου είναι δυνατό η εκκένωση και κατεδάφιση να συντελεστεί αμέσως.
2. Η επιτροπή είναι τριμελής και αποτελείται από τρεις υπαλλήλους πολιτικούς μηχανικούς της Νομαρχίας, οι οποίοι υπηρετούν στον τόπο όπου βρίσκεται η επικινδύνως ετοιμόρροπη κατασκευή. Στην ανάγκη τα δύο μέλη της επιτροπής μπορεί να είναι μηχανικοί των δήμων ή κοινοτήτων ή στην ανάγκη και ιδιώτες. Σε περίπτωση επείγουσας ανάγκης και έλλειψης πολιτικών μηχανικών στην περιοχή τα δύο μέλη της επιτροπής μπορεί να είναι και αρχιτέκτονες ή και μηχανικοί άλλων ειδικοτήτων, σε έσχατη δε ανάγκη και εμπειροτέχνες από τους πιο δόκιμους.
3. Την επιτροπή διορίζει ο νομάρχης σε συνεννόηση με τον προϊστάμενο της πολεοδομικής υπηρεσίας της νομαρχιακής αυτοδιοίκησης. Είναι δυνατό να ορίζεται επιτροπή για κάθε περιοχή του νομού ανάλογα με τις αποστάσεις και τα συγκοινωνιακά μέσα, καθώς και να ορίζονται περισσότερα μέλη της, ώστε σε περίπτωση ανάγκης η σύνθεσή της να είναι πάντα ταχεία και εξασφαλισμένη. Ο νομάρχης, σε συνεννόηση με τον παραπάνω προϊστάμενο της πολεοδομικής υπηρεσίας πρέπει να τηρούν πάντα πίνακα των καταλληλότερων προσώπων της περιφέρειάς τους που μπορούν να αποτελέσουν μέλη των επιτροπών αυτών και να επιμελούνται για τον έγκαιρο ορισμό των μελών, για την αντικατάσταση άλλων που έφυγαν ή για τον ορισμό καταλληλότερων.
4. Τα μέλη των επιτροπών πρέπει να γνωστοποιούνται στις αρμόδιες πολεοδομικές υπηρεσίες και στις κατά τόπους αστυνομικές αρχές. Τα μέλη της επιτροπής καλούνται για την άσκηση των καθηκόντων τους από την πολεοδομική υπηρεσία που ενεργεί είτε αυτεπάγγελτα είτε ύστερα από ειδοποίηση. ‘Οταν όμως πρόκειται για περιοχές πολύ απομακρυσμένες από την έδρα της πολεοδομικής υπηρεσίας και με δυσχερή συγκοινωνία και η καθυστέρηση από τη μετάβαση υπαλλήλου της πολεοδομικής υπηρεσίας για τη διαπίστωση της ανάγκης σύγκλησης της επιτροπής μπορεί, κατά την κρίση του προέδρου της κοινότητας, να καταστήσει αναπόφευκτη την πτώση του προφανώς επικίνδυνου κατασκευάσματος, τότε η οικεία κοινότητα, μπορεί να προσκαλεί την επιτροπή και μετά να εκτελεί τις αποφάσεις της. Στις περιπτώσεις αυτές είναι δυνατό και τα τρία μέλη της επιτροπής να αποτελούνται από ιδιώτες μηχανικούς ή και εμπειροτέχνες στην ανάγκη. Ο ιδιοκτήτης του επικίνδυνου κατασκευάσματος δικαιούται να αξιώσει την εξέταση του κατασκευάσματος από την επιτροπή, στην οποία μετέχει και εκπρόσωπος της υπηρεσίας, αν προβεί οικειοθελώς στην εκκένωση του επικίνδυνου και στην ασφαλή περίφραξη και προσωρινή υποστύλωσή του, ώστε σε περίπτωση πτώσης να μη διατρέξουν κίνδυνο οι εντός αυτού και οι διαβάτες.
5. Για να είναι εκτελεστές οι αποφάσεις των επιτροπών πρέπει να είναι ομόφωνες. Τυχόν διαφωνία συνεπάγεται άμεση επανεξέταση από την επιτροπή μετά την αντικατάσταση τουλάχιστον των δύο μελών της (σε περίπτωση δε ιδιωτών, των δύο ιδιωτών). Αν και η δεύτερη επιτροπή διαφωνήσει το ζήτημα παραπέμπεται στο Γενικό Γραμματέα Περιφέρειας, ο οποίος αποφασίζει τελικά σύμφωνα με τις διατάξεις του Αρθ-426 παρ.3. |
|
|
Κώδικας βασικής πολεοδομικής νομοθεσίας > Μέρος-ΙV > Κεφάλαιο-Β > Αρθρον-429 |
(Αρθ-8 ΠΔ-13/22-4-29) |
ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΑΡΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΣΕ ΧΩΡΟΥΣ ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΗΣ ΚΟΙΝΟΥ |
1. ‘Οταν πρόκειται για χώρους συνάθροισης του κοινού και τα μέτρα ασφαλείας για την κυκλοφορία και κατά του πυρός που πρέπει να επιβληθούν δεν προβλέπονται από ειδικό κανονισμό, αποφαίνεται για αυτά, ειδικά για κάθε περίπτωση επιτροπή που καταρτίζεται από την αστυνομική διεύθυνση και απαρτίζεται: α) από το διευθυντή της αστυνομίας, β) από τον προϊστάμενο της πολεοδομικής υπηρεσίας, γ) από έναν αρχιτέκτονα του Δημοσίου, δ) από ένα μηχανικό ηλεκτρολόγο ή μηχανολόγο του Κράτους και ε) από έναν αντιπρόσωπο της υγειονομικής υπηρεσίας του Κράτους. Αν η επί τόπου σύνθεση της επιτροπής από τους παραπάνω είναι δυσχερής, είναι δυνατό να τροποποιείται, ως προς τα μέλη γ και δ, με ορισμό άλλων μηχανικών του Δημοσίου αντ’αυτών (κατά προτίμηση του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων ‘Εργων). Εν ανάγκη προσλαμβάνεται και μηχανικός του δήμου και τέλος συμπτύσσονται τα μέλη σε ένα.
2. Η αστυνομική αρχή κανονίζει τις ενέργειές της με βάση τις αποφάσεις της παραπάνω επιτροπής. Οι αποφάσεις αυτές μπορεί να αναθεωρηθούν από την επιτροπή που αποτελείται από τα ίδια ή άλλα μέλη, ύστερα από σχετική απόφαση της αστυνομικής διεύθυνσης.
Κατά των αποφάσεων της επιτροπής δεν επιτρέπεται πάντως οποιαδήποτε προσφυγή στο Υπουργείο. |
|
|
Κώδικας βασικής πολεοδομικής νομοθεσίας > Μέρος-ΙV > Κεφάλαιο-Β > Αρθρον-430 |
(Αρθ-9 ΠΔ-13/22-4-29) |
ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΑΡΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΜΕ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ |
1. Ειδικά στις παρακάτω περιπτώσεις η αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία, οφείλει να προβαίνει στην υπόδειξη των αναγκαίων μέτρων. Αν ο ιδιοκτήτης παραλείψει να συμμορφωθεί εμπρόθεσμα στις υποδείξεις της πολεοδομικής υπηρεσίας, αυτή και η αστυνομική αρχή προβαίνουν στην αναγκαστική άρση του κινδύνου σύμφωνα με τα οριζόμενα στο Αρθ-425 παρ.4 και λοιπά άρθρα του παρόντος κεφαλαίου για παραβάσεις των οικοδομικών κανονισμών α) σχετικά με την τοποθέτηση αποθηκών ύδατος ή φυτειών δίπλα στους μεσότοιχους, την επίστρωση ακάλυπτων εκτάσεων των οικοπέδων, την κατασκευή αποχετευτικών αυλάκων και την επίστρωση των κοινών αυλών β) σχετικά με την εγκατάσταση καπναγωγών μέσα σε κατοικήσιμα διαμερίσματα γ) σχετικά με την οίκηση υπόγειων διαμερισμάτων και την επικοινωνία των υπόγειων με τους υπόλοιπους χώρους δ) σχετικά με τα αποχωρητήρια, τους βόθρους, τους αγωγούς διοχέτευσης των υγρών των οικοδομών και των ομβρίων υδάτων, την ύδρευση και τις αποθήκες ύδατος και τους βόθρους των ζώων ε) σχετικά με την εγκατάσταση ξύλινων παραπηγμάτων εντός των οικοπέδων, την εγκατάσταση εστιών σε μεσότοιχους, την απομόνωση των χώρων στους οποίους γίνεται χρήση πυρός σε καταστήματα που δεν χρησιμοποιούν εύφλεκτα υλικά και την εγκατάσταση θερμαστρών στ) σχετικά με τις ανίουσες και κατιούσες βαθμίδες, τους εξώστες (την προεξοχή τους έξω από την οικοδομική γραμμή), τα προστεγάσματα, τους φωταγωγούς υπογείων στους κοινόχρηστους χώρους και γενικά τη ροή των υδάτων στους μεσότοιχους ζ) σχετικά με τις επενδύσεις της περιοχής των οικοπέδων, στα οποία εκτελούνται οικοδομικές εργασίες, την εγκατάσταση των εργοταξίων την απόθεση των προϊόντων εκσκαφής και των υλικών δόμησης, την υποστήριξη των ορυγμάτων και τη διάρκεια παραμονής τους, την εξασφάλιση των γειτόνων από οχλήσεις και ζημιές από καπνούς, αναθυμιάσεις, θορύβους, αποχετεύσεις, εκρήξεις κλπ η) σχετικά με παραβάσεις των διατασσόμενων με το σχετικό άρθρο για την ασφάλεια κατά του πυρός και από άποψη εσωτερικής κυκλοφορίας σε χώρους συνάθροισης του κοινού.
2. Ο υπόχρεος για την άρση του κινδύνου κατά τις παραπάνω περιπτώσεις, αμέσως μετά την ειδοποίησή του και μέσα στην οριζόμενη στην ειδοποίηση προθεσμία δικαιούται νε υποβάλει ένσταση, η οποία γίνεται δεκτή και εξετάζεται μόνο εφόσον υποβληθεί στην αρχή που τον ειδοποίησε, αλλιώς είναι απαράδεκτη.
Για τις κανονικά υποβληθείσες ενστάσεις αποφαίνεται η αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία ανέκκλητα και σύμφωνα με την απόφασή της ενεργούνται τα περαιτέρω για την άρση του κινδύνου από τον υπόχρεο. Κατά των ειδοποιήσεων των ενεργειών αυτών και των σχετικών αποφάσεων της πολεοδομικής υπηρεσίας αποκλείεται οποιαδήποτε προσφυγή σε οποιαδήποτε προϊστάμενη αρχή της πολεοδομικής υπηρεσίας και της αστυνομίας και στο Υπουργείο ακόμα.
3. Στις παραπάνω περιπτώσεις η μεταξύ αστυνομίας και πολεοδομικής υπηρεσίας συνεννόηση πρέπει να διεξάγεται κατά τον απλούστερο και συντομότερο τρόπο, πάντως δε η πολεοδομική υπηρεσία οφείλει και αυτεπάγγελτα να υποδεικνύει στην αστυνομική αρχή τις περιπτώσεις αυτές και τον τρόπο της επέμβασής της. |
|
|
Κώδικας βασικής πολεοδομικής νομοθεσίας > Μέρος-ΙV > Κεφάλαιο-Β > Αρθρον-431 |
(Αρθ-10 ΠΔ-13/22-4-29) |
ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗΣ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΕΝΣΤΑΣΕΩΝ |
1. Για παραβάσεις των οικοδομικών κανονισμών που ανάγονται στην κατασκευή διεξόδων για την επικοινωνία των εσωτερικών οικοδομών, σχετικά με τις διαστάσεις και το άφλεκτο αυτών, την κατάλληλη διαμόρφωση των υπογείων για τη διαμονή ανθρώπων κατά την ημέρα, την ειδική διαμόρφωση του δαπέδου και των τοιχωμάτων των υπογείων που χρησιμοποιούνται για αποθήκες ή καταστήματα και των υπογείων κάτω από καταστήματα κλπ, τον τρόπο κατασκευής των ισογείων διαμερισμάτων, τα διαμερίσματα και τις ειδικές εγκαταστάσεις των ζώων, την κατασκευή άφλεκτων τοίχων, την επικάλυψη των στεγών με άφλεκτο υλικό, τη διάταξη των καπνοδόχων από άποψη ασφάλειας κατά του πυρός, την υπερύψωση των μεσότοιχων πάνω από τις στέγες, τα ανοίγματα και τις εντοιχίσεις στους μεσότοιχους, τον τρόπο κατασκευής των κλιμάκων, κλιμακοστασίων και διαδρόμων και τις διαστάσεις τους, τα πατώματα και τις στέγες, τα ελάχιστα ύψη ορόφων, τις αρχιτεκτονικές και τις υπόλοιπες γενικά προεξοχές των κτιρίων (εκτός από αυτές που αναφέρονται στο Αρθ-430 παρ.1 στοιχείο στ), τα αποχωρητήρια στους κοινόχρηστους χώρους και τις υπόλοιπες επιτρεπόμενες κατασκευές (από άποψη υγιεινής και ασφάλειας), τα ικριώματα γενικά, τη διάρκεια των ικριωμάτων κλπ στους κοινόχρηστους χώρους, την άντληση των υδάτων, τη χρήση εκρηκτικών υλών κατά τις εξορύξεις, την εγκατάσταση κινητήρων κατά την εκτέλεση οικοδομικών έργων, την ποσότητα φωτισμού και αερισμού των διαμερισμάτων διημέρευσης και διανυκτέρευσης και τα ελάχιστα όρια επιφάνειας και όγκου αυτών και την επικάλυψη των εσωτερικών αυλών, αποκλείεται οποιαδήποτε τρίτη αναθεώρηση σύμφωνα με το Αρθ-426 παρ.3 και θεωρούνται απαράδεκτες οποιεσδήποτε ενστάσεις κατά της αναθεωρητικής έκθεσης της παρ.2 του ίδιου Αρθ-426, η οποία είναι ανέκκλητη.
2. Για παραβάσεις των οικοδομικών κανονισμών, ή όσων διατάσσονται σύμφωνα με το Αρθ-429 για την ασφάλεια από άποψη στατική και δομική χώρων συνάθροισης του κοινού, επιτρέπεται κατ’ εξαίρεση η άμεση εφαρμογή του μέτρου της αχρησίας με βάση της κατά το Αρθ-425 παρ.1 αρχική έκθεση, με την επιφύλαξη της εφαρμογής των ριζικότερων μέτρων μετά την πλήρη εξάντληση της διαδικασίας και ελέγχου που ορίζονται από το παρόν κεφάλαιο. |
|
|
Κώδικας βασικής πολεοδομικής νομοθεσίας > Μέρος-ΙV > Κεφάλαιο-Β > Αρθρον-432 |
(Αρθ-11 παρ.1 ΠΔ-13/22-4-29) |
ΥΠΟΒΟΛΗ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΩΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΩΝ ΣΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ |
1. Κάθε περιφερειακή υπηρεσία που διαχειρίζεται τα ζητήματα του παρόντος κεφαλαίου, οφείλει να υποβάλει στο Υπουργείο Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων ‘Εργων, την πρώτη κάθε μήνα, πίνακα δηλωτικό των ενεργειών της για τις επικίνδυνες οικοδομές κατά τον προηγούμενο μήνα. Στον πίνακα αυτό θα περιλαμβάνονται σε περίληψη και κατά πόλεις: α) το ονοματεπώνυμο του ιδιοκτήτη της επικίνδυνης κατασκευής, β) η θέση της κατασκευής αυτής (οδός, αριθμός κλπ), γ) το είδος της κατασκευής (κατοικία, κατάστημα, περιτοίχισμα, εξώστης κλπ), δ) το είδος του κινδύνου (πχ κίνδυνος πτώσης λόγω κακότεχνης δόμησης ή λόγω ανεπαρκών διαστάσεων, κίνδυνος υγείας λόγω οίκησης του υπογείου, κίνδυνος πυρκαιάς λόγω ξύλινου μεσότοιχου κλπ), ε) οι ενέργειες που έγιναν (πχ καταρτίστηκε και κοινοποιήθηκε η αρχική έκθεση ή λόγω υποβολής ενστάσεων διατάχτηκε αναθεώρηση ή λόγω υποβολής ενστάσεων διατάχτηκε αναθεώρηση ή παραπέμφθηκε σε Γενική Γραμματέα Περιφερείας για έλεγχο ή έχει αρθεί ο κίνδυνος από τον ιδιοκτήτη ή επειδή δεν συμμορφώθηκε ο υπόχρεος προς τις υποχρεώσεις του έχει αρθεί ο κίνδυνος από την αρχή με κατεδάφιση κλπ).
Προκειμένου για περιπτώσεις για τις οποίες προβλέπεται από τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου προσφυγή στο Υπουργείο, η οικεία υπηρεσία μετά από την έκδοση της απόφασης του οικείου Γενικού Γραμματέα Περιφερείας (Αρθ-426 παρ.4) και ανεξάρτητα από τον παραπάνω πίνακα οφείλει να υποβάλει ευθύς αμέσως στο Υπουργείο αντίγραφα της αρχικής έκθεσης και των μετέπειτα αναθεωρητικών, της παραπάνω απόφασης και τις ενστάσεις των ενδιαφερομένων μαζί με τις τυχόν εκθέσεις ιδιωτών μηχανικών. |
|
|
Κώδικας βασικής πολεοδομικής νομοθεσίας > Μέρος-ΙV > Κεφάλαιο-Β > Αρθρον-433 |
(Αρθ-12 ΠΔ-13/22-4-29) |
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ |
1. Οι διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου εφαρμόζονται ανεξάρτητα από το αν υπάρχει ή όχι εγκεκριμένο σχέδιο ρυμοτομίας.
2. Ο Υπουργός Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων ‘Εργων με αποφάσεις του που εκδίδονται κάθε φορά κανονίζει κάθε λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου, δικαιούμενος στην ανάγκη να υπαγάγει στην απλή διαδικασία των Αρθ-430 και Αρθ-431 και άλλες περιπτώσεις, καθώς επίσης και να απλοποιεί ακόμα περισσότερο τη διαδικασία που προβλέπεται από το παρόν κεφάλαιο. |
|
|