ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΔΟΜΙΚΩΝ ΥΛΙΚΩΝ
Ο όρος ελαστικότητα χρησιμοποιείται για να ερμηνεύσουμε την ικανότητα των σωμάτων όταν επιμηκύνονται ή όταν συμπιέζονται να επανέρχονται στην αρχική τους κατάσταση όταν παύσει η δύναμη που τα μετέβαλε. Άρα ελαστικότητα σημαίνει τάση επαναφοράς. Ο ορισμός αυτός είναι σημαντικός για την κατανόηση ορισμένων φαινομένων σε δομικές εφαρμογές, αλλά και για την κατανόηση και επίλυση δομικών προβλημάτων.
Κάθε δομικό υλικό είναι ελαστικό. Το πόσο ελαστικό όμως είναι εξαρτάται από τη χημική του σύνθεση. Ένα υλικό με πολύ μικρή- αδιόρατη ελαστικότητα χαρακτηρίζεται ως άκαμπτο. Όταν η ικανότητά του για επιμήκυνση ή συμπίεση είναι αρκετά μεγάλη χωρίς να θραύεται και επανέρχεται στη φυσική του κατάσταση τότε χαρακτηρίζουμε το υλικό ως ελαστικό.
Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να χρησιμοποιούμε κυρίως ελαστικά υλικά στα δώματα όπου οι συστολές και διαστολές είναι μεγάλες λόγω της θερμοκρασιακής καταπόνησης. Αρκεί να πούμε ότι σε ένα δώμα παρουσιάζονται θερμοκρασιακές διαφορές της τάξης των 800 C και πλέον μέσα στο έτος (από 00C δηλαδή έως 800C). Ο τύπος που μας δίνει τη διαστολή του σκυροδέματος είναι 12*10-6 ανά τρέχον μέτρο και για κάθε βαθμό Κελσίου. Κατά συνέπεια για ένα δώμα όπου έχουμε ανάπτυγμα 15 μέτρων, για διαφορά θερμοκρασίας 80oC, έχουμε 13,2 mm διαστολή. Επειδή αυτή είναι η φυσική διαστολή του σκυροδέματος αυτό δε θραύεται και έτσι μπορούμε να εφαρμόσουμε ελαστικά στεγανωτικά υλικά με μεγαλύτερη ελαστικότητα κατευθείαν επάνω του και με μεγάλη διάρκεια ζωής. Όταν όμως αντί για σκυρόδεμα έχουμε διαστρωμένες πλάκες ή πλακίδια τότε η διαστολή και η αντίστοιχη συστολή μοιράζεται σε κάποια τμήματα (κυρίως στους αρμούς διαστολής της τελικής στρώσης ή στις ρωγμές που προκαλούνται από μόνες τους όταν δεν έχουν προβλεφθεί αρμοί διαστολής). Τα σημεία αυτά συνεπώς καταπονούνται σημαντικά και έτσι ακόμα και ένα ελαστικό υλικό με πολύ μεγάλη ελαστικότητα δεν μπορεί να ανταποκριθεί στη σημειακή αυτή καταπόνηση και θραύεται. Γι’ αυτό και επαλειφόμενα στεγανωτικά υλικά σε τέτοιες επιφάνειες δεν πρέπει να τοποθετούνται χωρίς ισχυρό οπλισμό. Οι μεμβράνες (ασφαλτικές ή PVC ή άλλου τύπου) ακόμα κι αυτές δεν πρέπει να συγκολλώνται ολικά στις οριζόντιες επιφάνειες και μέχρι κλίση 5% παρά μόνο σημειακά, ώστε να μην υφίστανται τη σημειακή καταπόνηση των θερμικών συστολών και διαστολών του υποστρώματος.
Γιώργος Μαυρουλέας
(Δεν επιτρέπεται η αναδημοσίευση των κειμένων ή τμήματος αυτών χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του συγγραφέα)