Πρόλογος
Ο κανονισμός θερμομόνωσης κτηρίων τέθηκε σε ισχύ το 1979. Πριν από αυτή την ημερομηνία δεν υπήρχε κανονισμός που να επιβάλλει τη θερμομόνωσή τους. Κατά συνέπεια τα κτήρια που είχαν θερμομονωθεί πριν από αυτή την ημερομηνία στην Ελλάδα είναι ελάχιστα και μη άξια αναφοράς.
|
Η πλειοψηφία αυτών των κτηρίων της Αθήνας είναι πλημελλώς έως και καθόλου θερμομονωμένα. Συνεπώς η εξοικονόμηση ε- νέργειας που μπορεί να επιτευχθεί είναι σημαντική. Αξειοση- τη όμως είναι και η δυσκολία που παρουσιάζουν για τη θερμο- μόνωσή τους. |
Όμως και μετά το 1979 πολλά κτήρια θερμομονώθηκαν πλημμελώς και δεν τηρούν τις προδιαγραφές που ο Κανονισμός Θερμομόνωσης επέβαλλε. Ως γνωστόν τα 5 εκατοστά πάχους του θερμομονωτικού υλικού αλλού περιορίζονταν στα τρία ή δεν τοποθετούνταν τμηματικά καθόλου. Η έλλειψη στοιχειώδους ελέγχου οδήγησε στην κατάχρηση των παραβάσεων του κανονισμού με αποτέλεσμα ένας μεγάλος αριθμός κτηρίων να μην πληρούν τις μελέτες θερμομόνωσης που περιγράφονται στις άδειες κατασκευής τους.
Πέρα από αυτό, σχεδόν στο σύνολό τους τα κτήρια που κατασκευάστηκαν μετά το 1979, εμφανίζουν σωρεία θερμογεφυρών, δηλαδή σημείων από όπου το κτήριο έχει θερμικές απώλειες, και αυτό οφείλεται στον πλημμελή τρόπο δόμησης που επιτρέπει την ύπαρξη αυτών των ευπαθών (ως προς τη θερμομόνωση του κτηρίου) σημείων.
Η έλλειψη εθνικών προδιαγραφών δόμησης και η απουσία τεχνικής κατάρτισης των τεχνιτών εφαρμογής σε συνδυασμό με την έλλειψη οποιουδήποτε ελέγχου, έχει συντελέσει ώστε το πρόβλημα της ελλιπούς θερμομόνωσης των κτηρίων της χώρας να είναι ο κανόνας και όχι η εξαίρεση.
Τα κτήρια στην Ελλάδα είναι από τα πλέον ενεργειοβόρα στην Ευρώπη και αυτό έχει τρεις πολύ σοβαρές συνέπειες:
1) Τη σημαντική επιβάρυνση του περιβάλλοντος από τις ανάγκες θέρμανσης και ψύξης των κτηρίων. Υπολογίζεται ότι η συμβολή των κτηρίων στο φαινόμενο του θερμοκηπίου αγγίζει το 50%.
2) Οι ενεργειακές απώλειες σημαίνουν μεγαλύτερο κόστος για το χρήστη του κτηρίου.
3) Την ενεργειακή εξάρτηση της χώρας από το πετρέλαιο
Ο Οδηγός αυτός έχει στόχο να χρησιμεύσει ως εργαλείο για το μηχανικό και τον αρχιτέκτονα. Περιέχει χρήσιμες συμβουλές για την εξοικονόμηση ενέργειας στα υπάρχοντα κτήρια προσπαθώντας να φανεί χρήσιμος σε τεχνικό επίπεδο, αποφεύγοντας να γίνει όμως και δύσχρηστος, μέσα από λεπτομερειακή ανάλυση των εφαρμογών δίνοντας έμφαση περισσότερο στα ευπαθή σημεία ή τα λάθη που πρέπει να αποφευχθούν.
Α. Θερμογράφηση κτηρίων.
Η θερμογράφηση ενός κτηρίου είναι ο πλέον ασφαλής τρόπος να εντοπίσουμε τα σημεία στο κέλυφος του κτηρίου που εμφανίζουν ενεργειακές απώλειες. Γίνεται με ειδικό όργανο που ονομάζεται θερμοκάμερα, η οποία καταγράφει την θερμική ακτινοβολία των σωμάτων. Ο χειρισμός της θερμοκάμερας πρέπει πάντα να γίνεται από πτυχιούχο θερμογράφο, καθώς είναι αδύνατο για κάποιον, ο οποίος δε γνωρίζει βασικές αρχές θερμογράφησης, να μπορέσει να ερμηνεύσει ορθά αυτό που δείχνει η κάμερα.
Βασικές αρχές θερμογράφησης κτηρίου:
1) Η θερμογράφηση του κτηρίου πρέπει να γίνεται όταν η θερμοκρασία στο εσωτερικό του κτηρίου παρουσιάζει μεγάλες διαφορές από αυτή του περιβάλλοντος.
2) Δε θερμογραφούμε επιφάνεια που εκείνη την ώρα τη χτυπάει ο ήλιος
3) Αποφεύγουμε να θερμογραφήσουμε με πολύ ισχυρό άνεμο
4) Δε θερμογραφούμε κατά τη διάρκεια ή αμέσως μετά από βροχή.
5) Προσέχουμε τη γωνία θερμογράφησης αλλά και το συντελεστή θερμικής ανάκλασης των επιφανειών ώστε να αποφύγουμε να απεικονίσουμε στη επιφάνεια αντανακλάσεις θερμικής ακτινοβολίας και όχι την επιφάνεια που επιθυμούμε να θερμογραφήσουμε.
Β. Υπόγεια:
1. Τρόποι θερμομόνωσης
Σε υπάρχον υπόγειο που κατοικείται, η θερμομόνωση μπορεί να επιτευχθεί μόνο από το εσωτερικό της κατοικίας.
Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με την επικόλληση θερμομονωτικών πλακών (μη υδροαπορροφητικών, με προδιαγραφές για τη μη μετάδοση της φλόγας) επί των τοιχίων του υπογείου, και την επικάλυψή τους με γυψοσανίδα ή ρητινούχο επίχρισμα ειδικά οπλισμένο ή και συμβατικό επίχρισμα οπλισμένο με υαλόπλεγμα ανθεκτικό σε υψηλή αλκαλικότητα.
2. Ανάλυση των τρόπων εφαρμογής
α) Επικόλληση του θερμομονωτικού φύλλου και γυψοσανίδα
Σειρά εργασιών:
1) Επικόλληση των θερμομονωτικών πλακών στο σύνολο της επιφάνειάς τους με ειδική κόλλα τσιμεντοειδούς βάσεως. Οι πλάκες θα πρέπει να είναι τύπου BT (άγρια επιφάνεια) ώστε να αυξάνεται η πρόσφυση. Το πάχος των θερμομονωτικών πλακών θα πρέπει να είναι άνω των 3 εκατοστών. Σε περίπτωση που αυτό το πάχος δημιουργεί προβλήματα στο χώρο, τότε πρέπει να επιλεγεί υλικό από την αγορά με πολύ χαμηλότερο συντελεστή θερμικής αγωγιμότητας, το οποίο θα μπορούσε να καλύψει τις θερμομονωτικές απαιτήσεις με μικρότερο πάχος.
Αν εμφανίζεται ανερχόμενη υγρασία, τότε το θερμομονωτικό υλικό πρέπει να εξασφαλίζει τη μη μεταφορά της.
2) Μηχανική στερέωση ή επικόλληση με ειδική κόλλα φύλλων γυψοσανίδας.
Αν στους τοίχους εμφανίζονται συμπτώματα ανερχόμενης υγρασίας τότε επιλέξτε τη λύση της πάκτωσης και ενδιάμεσα στο φύλλο γυψοσανίδας και το θερμομονωτικό υλικό τοποθετήστε ειδικό διαπνεόμενο φύλλο που θα βρείτε στα καταστήματα διάθεσης φύλλων γυψοσανίδας. Στην περίπτωση της μηχανικής στερέωσης προτείνουμε την επικόλληση ενός δεύτερου φύλλου γυψοσανίδας για την αποφυγή μελλοντικής αποκόλλησης του λεπτού στρώματος στόκου που εφαρμόζεται για την κάλυψη της κεφαλής του βύσματος στερέωσης.
3) Στοκάρισμα και χρωματισμός των επιφανειών.
4) Χρωματισμός με θερμοανακλαστική βαφή. Η θερμοανακλαστική βαφή μπορεί να τοποθετηθεί και στην επιφάνειες των τοιχίων του υπογείου.
Πάχος υλικών: θερμομονωτικών φύλλων 2-3 cm.
Ενός φύλλου γυψοσανίδας 1,2 cm
Κόλλας 0,3 cm -1,5 cm ανά στρώση
Φύλλου απομόνωσης της ανερχόμενης υγρασίας μικρότερο από 1mm
β) Επικόλληση του θερμομονωτικού φύλλου και εφαρμογή συστήματος εξωτερικής θερμομόνωσης με ενισχυμένο οπλισμό για αντοχή στις κρούσεις.
Σειρά εργασιών:
1) Επικόλληση των θερμομονωτικών πλακών στο σύνολο της επιφάνειάς τους με την ειδική κόλλα του συστήματος εξωτερικής θερμομόνωσης που έχουμε επιλέξει. Οι πλάκες θα πρέπει να είναι συμβατές με το σύστημα ώστε να εξασφαλισθεί η ισχυρή πρόσφυση. Το πάχος των θερμομονωτικών πλακών θα πρέπει να είναι άνω των 3 εκατοστών. Σε περίπτωση που αυτό το πάχος δημιουργεί προβλήματα στο χώρο, τότε πρέπει να επιλεγεί υλικό από την αγορά με πολύ χαμηλότερο συντελεστή θερμικής αγωγιμότητας, το οποίο θα μπορούσε να καλύψει τις θερμομονωτικές απαιτήσεις με μικρότερο πάχος.
Αν εμφανίζεται ανερχόμενη υγρασία, τότε το θερμομονωτικό υλικό πρέπει να εξασφαλίζει τη μη μεταφορά της.
2) Επίχριση των επιφανειών με το ειδικό επίχρισμα του συστήματος το οποίο θα οπλισθεί με ειδικό ισχυρότερο οπλισμό για αντοχή σε κρούσεις. Ειδικά στα σημεία εμφάνισης ανερχόμενης υγρασίας πρέπει να τοποθετείται το ειδικό για την περίπτωση κονίαμα του συστήματος που δεν επιτρέπει τη μεταφορά της.
3) Φινίρισμα της επιφάνειας με το τελικό επίχρισμα φινιρίσματος του συστήματος που έχει επιλεγεί ή τον ειδικό στόκο του συστήματος (αν επιζητείται λεία στοκαρισμένη επιφάνεια)
4) Χρωματισμός με θερμοανακλαστική βαφή μετά την παρέλευση ενός μήνα.
Πάχος υλικών: θερμομονωτικών φύλλων 2-3 cm.
Επιχρίσματος και κόλλας 4-5 mm.
γ) Επικόλληση του θερμομονωτικού φύλλου και επίχριση της επιφάνειας.*
Σειρά εργασιών:
1) Επικόλληση των θερμομονωτικών πλακών στο σύνολο της επιφάνειάς τους με την ειδική κόλλα του συστήματος εξωτερικής θερμομόνωσης που έχουμε επιλέξει καθώς και πρόσθετη μηχανική στερέωση με ειδικά πλαστικά βύσματα SP. Οι πλάκες θα πρέπει να είναι συμβατές με το σύστημα ώστε να εξασφαλισθεί η ισχυρή πρόσφυση. Το πάχος των θερμομονωτικών πλακών θα πρέπει να είναι άνω των 3 εκατοστών. Σε περίπτωση που αυτό το πάχος δημιουργεί προβλήματα στο χώρο, τότε πρέπει να επιλεγεί υλικό από την αγορά με πολύ χαμηλότερο συντελεστή θερμικής αγωγιμότητας, το οποίο θα μπορούσε να καλύψει τις θερμομονωτικές απαιτήσεις με μικρότερο πάχος.
Αν εμφανίζεται ανερχόμενη υγρασία, τότε το θερμομονωτικό υλικό πρέπει να εξασφαλίζει τη μη μεταφορά της.
2) Επίχριση των επιφανειών με συμβατικό επίχρισμα, πεταχτό το οποίο θα πρέπει να είναι ισχυρό και να περιέχει πρόσθετο βελτίωσης κονιαμάτων.
3) Δεύτερο στρώμα επίχρισης των επιφανειών με τσιμεντοκονίαμα ενισχυμένο με βελτιωτικό κονιαμάτων και ινοπλισμένο, λιγότερο ισχυρό από το πεταχτό. Προσοχή: δε θα πρέπει να έρθει σε επαφή με το δάπεδο για την αποφυγή ανερχόμενης υγρασίας. Αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί με την επικόλληση στο δάπεδο πλαστικής ταινίας πριν την έναρξη της εφαρμογής του επιχρίσματος.
4) Εφαρμογή ασβεστομαρμαροκονιάματος.
5) Φινίρισμα της επιφάνειας με στόκο αν και εφόσον απαιτείται.
6) Χρωματισμός με θερμοανακλαστική βαφή μετά την παρέλευση 40 ημερών από την εφαρμογή του ασβεστομαρμαροκονιάματος.
* Η λύση αυτή ενέχει τον κίνδυνο ρηγματώσεων του επιχρίσματος έστω και αν δεν είναι εκτεθειμένο στις καιρικές συνθήκες και δεν καταπονείται από υψηλές διαφορές θερμοκρασίας, καθώς το συμβατικό επίχρισμα είναι λιγότερο ελαστικό από το θερμομονωτικό του υπόστρωμα.
3) Εντοπισμός σημείων που ενδεχομένως θα δημιουργήσουν προβλήματα στην εφαρμογή.
Επειδή όλες αυτές οι εργασίες θα πρέπει να γίνουν σε υπάρχοντες χώρους είναι αναγκαίο προηγουμένως να γίνει μελέτη όλων των πιθανόν προβλημάτων που θα προκύψουν καθώς οι χώροι θα μικρύνουν. Για παράδειγμα:
Να μην μπορούν να ανοίξουν πόρτες, παράθυρα ή ντουλάπες.
Να μη χωρούν γραφεία ή κρεβάτια ή άλλα έπιπλα που πριν τις επεμβάσεις χωρούσαν.
Να δημιουργηθούν προβλήματα με γύψινα της οροφής αν και εφόσον υπάρχουν ή με τα σοβατεπί του πατώματος.
Να βγουν πιο έξω πρίζες και διακόπτες ή ακόμα και κουφώματα παραθύρων ή και εξωθύρων (σε κουραγκλέζ ή εισόδους)
Η θερμομόνωση ενός υπογείου παλαιού κτηρίου δίνει την ευκαιρία για επέκταση των γραμμών και πριζών ηλεκτρικού ρεύματος ή τηλεφώνου χωρίς αυτές να φαίνονται, τοποθετώντας τες πίσω από το θερμομονωτικό υλικό.
Προσοχή στο στοκάρισμα στο δεύτερο τρόπο επιλογής θερμομόνωσης. Αυτό πρέπει να γίνει με το ειδικό υλικό του συστήματος εξωτερικής θερμομόνωσης που έχει επιλεγεί και όχι με συμβατικό στόκο, καθώς το όλο σύστημα έχει ελαστικότητα που ο συμβατικός στόκος δε θα μπορέσει να παρακολουθήσει και θα ρηγματωθεί.
Γ. Pilotis:
1) Τρόποι θερμομόνωσης.
Εξετάζουμε κατ’ αρχήν αν έχει θερμομονωθεί η pilotis. Αν έχει θερμομονωθεί μπορούμε να το ελέγξουμε χτυπώντας με ένα κοντάρι σε πολλά σημεία της οροφής. Αν ο ήχος είναι υπόκωφος τότε υπάρχει θερμομονωτικό φύλλο και με ένα τρυπάνι μπορούμε να εντοπίσουμε το πάχος του. Αν δεν έχει θερμομονωτικό φύλλο ο ήχος θα είναι σκληρός.
α) Θερμομόνωση και ψευδοροφή με γυψοσανίδα
Σειρά εργασιών:
1) τοποθέτηση των θερμομονωτικών φύλλων με μηχανική στερέωση. Θα χρειασθούν 5 έως 6 βύσματα τύπου sp ανά τετρ. μέτρο. Τα θερμομονωτικά φύλλα δε θα πρέπει να μεταδίδουν τη φλόγα. Το πάχος του θερμομονωτικού υλικού θα πρέπει να είναι 5 τουλάχιστον εκατοστά.
2) τοποθέτηση ψευδοροφής από γυψοσανίδα
3) στοκάρισμα της επιφάνειας
4) χρωματισμός της επιφάνειας με (κατά προτίμηση) θερμοανακλαστικές βαφές.
β) Θερμομόνωση και επίχριση των επιφανειών
Σειρά εργασιών:
1) τοποθέτηση των θερμομονωτικών φύλλων με μηχανική στερέωση. Θα χρειασθούν 6 έως 8 βύσματα τύπου sp ανά τετρ. μέτρο. Τα θερμομονωτικά φύλλα δε θα πρέπει να μεταδίδουν τη φλόγα και θα πρέπει να είναι τύπου BT, δηλαδή να φέρουν γραμμώσεις ή να έχουν ανοιχτές κυψελίδες ή άγρια επιφάνεια, προκειμένου να έχει πρόσφυση το επίχρισμα. Το πάχος του θερμομονωτικού υλικού θα πρέπει να είναι 5 τουλάχιστον εκατοστά.
2) Εφαρμογή όχι πολύ ισχυρού ασβεστοτσιμεντοκονιάματος, ενισχυμένο με πρόσμικτο βελτίωσης κονιαμάτων (στις αναλογίες που αναφέρει ο παρασκευαστής του προϊόντος) και να οπλισθεί με ίνες, το οποίο πρέπει να γίνει πεταχτό και κατόπιν να επιπεδωθεί με το φραγκόφτυαρο. Παράλληλα όλες οι γωνίες θα πρέπει να ενισχυθούν με ειδικά γωνιόκρανα.
3) Φινίρισμα της επιφάνειας με ασβεστομαρμαροκονίαμα.
4) Χρωματισμός της επιφάνειας μετά την παρέλευση 40 ημερών.
3) Ευπαθή σημεία και θερμογέφυρες
Ευπαθή σημεία αποτελούν οι δοκοί που και αυτές πρέπει να θερμομονωθούν για την αποφυγή θερμογεφυρών. Ειδικότερα στα σημεία της περιμέτρου που η εξωτερική πλευρά των δοκών αποτελεί συνέχεια της κάθετης όψης. Στο σημείο αυτό, επειδή η τοποθέτηση του θερμομονωτικού υλικού επηρεάζει την εικόνα της όψης, καθώς θα δημιουργήσει μία εξοχή στην απόληξή της, θα υπάρξει θερμογέφυρα. Για τον περιορισμό αυτής της θερμογέφυρας, προτείνουμε την αφαίρεση του επιχρίσματος μέχρι λίγο πιο πάνω από τη δοκό και την αντικατάστασή του με θερμομονωτικό επίχρισμα.
4) Εντοπισμός σημείων που ενδεχομένως θα δημιουργήσουν προβλήματα στην εφαρμογή.
Αν η οροφή της pilotis φέρει άγριο-σαγρέ επίχρισμα, τότε είναι προτιμότερο να επιλεγεί ο πρώτος τρόπος με την ψευδοροφή.
Προσοχή: πρέπει να ελέγξετε προηγουμένως αν περνάνε καλώδια ηλεκτρικού ρεύματος κάτω από το επίχρισμα ή ακόμη και σωλήνες (αν υπάρχει ήδη θερμομονωτικό υλικό). Ένας εύκολος τρόπος είναι με ανιχνευτή μετάλλων (που μπορείτε ακόμη και να το νοικιάσετε από ένα κατάστημα ενοικίασης μηχανημάτων).
Εντοπίστε όλα τα σημεία τα οποία μπορεί να λερωθούν από τις εργασίες, ειδικά των επιχρισμάτων, και καλύψτε τα.
Κάποια φωτιστικά ή σποτ θα πρέπει να κατέβουν καθώς θα χωνευθούν από το πάχος της θερμομόνωσης.
Κοντά στα φωτιστικά αντικαταστήστε το θερμομονωτικό υλικό με αντίστοιχο που παρουσιάζει αντοχή στις υψηλές θερμοκρασίες.
Σε κάποια κτίρια μπορεί να συναντήσετε σωλήνες αποχέτευσης που να εφάπτονται κατά μήκος με δοκούς προκαλώντας δυσκολίες στην υλοποίηση του έργου. Επιλέξτε κατά περίπτωση την καταλληλότερη λύση ή ακόμη και συνδυασμό των δύο τρόπων που περιγράφηκαν.
Δ. Όψεις:
1) Τρόποι θερμομόνωσης
Ο ορθότερος τρόπος θερμομόνωσης είναι με σύστημα εξωτερικής θερμομόνωσης.
1) Το σύστημα εξωτερικής θερμομόνωσης εφαρμόζεται σε νέες ή παλαιές κατοικίες και συγκεκριμένα επενδύοντας εξωτερικά το κτίριο με θερμομονωτικό υλικό, συνήθως από διογκωμένη πολυστερίνη ή πετροβάμβακα (μεγάλης πυκνότητας πάντα) ή άλλο πιστοποιημένο υλικό το οποίο «σοβατίζεται» με ένα ειδικό ελαστικό στεγανό επίχρισμα. Με τον τρόπο αυτό ελαχιστοποιούνται οι θερμικές απώλειες του κτιρίου από τους εξωτερικούς τοίχους αλλά και η εισροή θερμότητας το καλοκαίρι από το περιβάλλον προς το εσωτερικό του κτιρίου.
Τα σημαντικά πλεονεκτήματα του συστήματος αυτού είναι:
1) Δε δημιουργούνται θερμογέφυρες στα δοκάρια, στις κολώνες, στα σενάζια και στα δάπεδα, στα σημεία όπου ο τούβλινος τοίχος (οπτοπλινθοδομή) συναντά τα στοιχεία αυτά (έστω και αν είναι θερμομονωμένα). Παρέχει λοιπόν εξαιρετική θερμική άνεση στο εσωτερικό του κτιρίου.
2) Προστατεύει τις επιφάνειες των τοίχων από υγρασίες, καθώς είναι στεγανά επιχρίσματα, και εκτός από την συντηρητική προστασία που προσφέρουν στο κτήριο, μειώνουν και τις ανάγκες θέρμανσης ή δροσισμού του.
3) Δε δημιουργούν επιφάνειες με θερμοχωρητικότητα στην εξωτερική πλευρά των τοίχων, που θα συσσώρευαν θερμότητα και θα την επανακτινοβολούσαν στο περιβάλλον, εντείνοντας το φαινόμενο των θερμικών νησίδων στην πόλη. Δηλαδή δε συμβάλουν στην αύξηση της θερμοκρασίας της πόλης, όπως κάνουν οι τοίχοι των συμβατικών κτιρίων. Αντιθέτως εκμεταλλεύονται τη θερμοχωρητικότητα των τοίχων μόνο για το εσωτερικό του κτιρίου, συμβάλλοντας στην οικονομία ενέργειας.
4) Διπλασιάζει σχεδόν το χρόνο ζωής του κτιρίου καθώς το προστατεύει από διάβρωση και παγοπληξίες.
5) Η εφαρμογή του συστήματος είναι λιγότερο οχληρή από τα συμβατικά επιχρίσματα καθώς τα επιχρίσματα που χρησιμοποιούνται τοποθετούνται με σπάτουλες καθώς παρουσιάζουν υψηλή θιξοτροπικότητα. Ως αποτέλεσμα δεν αφήνουν μπάζα πέρα από τα υπολείμματα του θερμομονωτικού υλικού.
6) Η ποιότητα κατασκευής του συστήματος χαρακτηρίζεται ως πολύ υψηλή, καθώς χρησιμοποιούνται ειδικά πρόσθετα τεμάχια για την προστασία των γωνιών, νεροσταλάκτες και υαλόπλεγμα για τον οπλισμό στο σύνολο της επιφάνειας εφαρμογής του επιχρίσματος.
Για μια παλαιά κατοικία όπου είτε δεν έχει θερμομόνωση στην τοιχοποιία είτε αυτή είναι ελλιπής, η εξωτερική θερμομόνωση παρουσιάζεται ως η μόνη αξιόπιστη λύση θερμικής προστασίας του κτιρίου. Είναι ο πλέον συνηθισμένος τρόπος δόμησης στην υπόλοιπη Ευρώπη. Είναι μάλιστα απορίας άξιο πως στην Ελλάδα, όπου οι θερμοκρασίες παρουσιάζουν μεγαλύτερο εύρος φάσματος από την υπόλοιπη Ευρώπη, το σύστημα αυτό καθυστέρησε τόσο πολύ να εφαρμοσθεί. Αποτέλεσμα αυτού είναι οι κτηριακές κατασκευές στη χώρα μας να παρουσιάζουν σημαντικό αριθμό ευπαθών σημείων, τουλάχιστον στο εξωτερικό κάθετο κέλυφός τους.
Η εξωτερική θερμομόνωση όμως μπορεί να παίξει ένα σημαντικό ρόλο και στην ανάπλασή του αυξάνοντας την αξία του. Αυτή η αύξηση της αξίας δεν επιτυγχάνεται μόνο μέσα από την ανάπλαση αλλά και από δύο ακόμη παραμέτρους: από την καλύτερη βαθμονόμηση του κτιρίου στην ενεργειακή του ταυτότητα αλλά και από την αύξηση της ζωής του και τη μείωση του κόστους συντήρησής του.
2) Ανάλυση των τρόπων εφαρμογής
Σειρά εργασιών:
1) Στήσιμο ικριωμάτων αν κρίνονται αναγκαία.
2) Ελέγχουμε για σαθρά επιχρίσματα ή ενανθρακωμένο σκυρόδεμα και τα αποκαθιστούμε.
3) Αλφαδιάζουμε – επιπεδώνουμε τον εξωτερικό τοίχο με ράμματα.
4) Τοποθετούνται οι μαρμαροποδιές των παραθύρων καθώς θα πρέπει να προεξέχουν της τελικής επιφάνειας του συστήματος.
5) Ορίζεται στη βάση του τοίχου, (συνήθως 50 εκατοστά ύψος από αυτή) είτε με ράμμα είτε με ειδικό μεταλλικό τεμάχιο, οριζόντιος οδηγός ο οποίος πρέπει να είναι απολύτως κάθετος προς τις κάθετες ακμές-γωνίες του κτιρίου.
6) Επικολλώνται οι θερμομονωτικές πλάκες από πολυστερίνη ή άλλο θερμομονωτικό υλικό τοποθετημένες έτσι ώστε το μεγαλύτερο μήκος τους να αναπτύσσεται οριζόντια (δηλαδή παράλληλα με το έδαφος) παίρνοντας ως βάση έναρξης τον οριζόντιο οδηγό. Οι πλάκες αυτές είναι σημαντικό να διασταυρώνονται έτσι ώστε να μη συμπίπτουν οι κάθετες απολήξεις τους με τις κάθετες απολήξεις των θερμομονωτικών πλακών της από κάτω σειράς, αλλά να συμπίπτει με το μέσον τους. Ό,τι ακριβώς δηλαδή προσέχουμε και όταν χτίζουμε τούβλα.
Ειδικά στη βάση, κάτω από τον οδηγό η πυκνότητα του θερμομονωτικού υλικού αυξάνεται (ή ακόμη αλλάζει σε ορισμένες περιπτώσεις και το ίδιο το υλικό) ώστε να αποφευχθεί μελλοντικά εμφάνιση ανερχόμενης υγρασίας.
Ανά όροφο και κάτω από παράθυρα το θερμομονωτικό υλικό αλλάζει και τοποθετείται πυράντοχο θερμομονωτικό φύλλο σε ζώνη για πυροφραγή. Το πάχος του θερμομονωτικού φύλου αναλόγως της κλιματικής ζώνης που βρίσκεται το κτήριο θα πρέπει να είναι πάνω από 5 εκατοστά θερμομονωτικού υλικού και με συντελεστή θερμικής αγωγιμότητας λ= 0,040 W/m Κ για την Α και Β κλιματολογική ζώνη και πάνω από 8 εκατοστά για την Γ ζώνη. (βλ Κανονισμό θερμομόνωσης).
Οι πλάκες πρέπει να επικολλώνται τοποθετώντας στο μέσον τους σημειακά κόλλα αλλά και στην περίμετρό τους σε μια συνεχόμενη ζώνη. Στην περίπτωση της τσιμεντοσανίδας θα πρέπει να επικολλάται ολικά πάνω στην επιφάνεια.
7) Ανάλογα με το ύψος της τοιχοποιίας αλλά και το αν αυτή είναι από οπτοπλινθοδομή, από σκυρόδεμα ή από τσιμεντοσανίδα, οι θερμομονωτικές πλάκες στερεώνονται με ειδικά βύσματα ώστε να εξασφαλίζεται πρόσθετη μηχανική στήριξη. Τοποθετούνται 6 βύσματα ανά τετρ. μέτρο στις γωνίες και στο μέσον των πλακών, στους αρμούς δηλαδή επαφής με τις γειτονικές πλάκες. Αν το θερμομονωτικό υλικό που έχει επιλεγεί είναι πετροβάμβακας τότε τα βύσματα που απαιτούνται είναι τουλάχιστον 8 ανά τετρ. μέτρο.
8) Πληρώνονται τα κενά ανάμεσα στους αρμούς των θερμομονωτικών φύλλων ή στην επαφή τους με στοιχεία που διακόπτουν τη συνέχεια της επιφάνειας, με πολυουρεθανικής βάσεως αφρό, και κατόπιν τρίβονται όλα τα σημεία που εξέχουν από τα θερμομονωτικά φύλλα έτσι ώστε να εξασφαλισθεί επίπεδη επιφάνεια, χωρίς ανωμαλίες (καμπύλες ή ακμές).
9) Τοποθετούνται τα γωνιόκρανα και οι νεροσταλάκτες με το αρχικό υλικό επιχρίσματος ώστε να διαμορφωθεί το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα εφαρμοσθεί το ειδικό επίχρισμα και ενισχύονται με ορθογώνια τεμάχια υαλοπλέγματος, η νοητή προέκταση των διαγωνίων των παραθύρων και των εξωτερικών θυρών.
10) Τα σημεία που κρίνονται ότι θα καταπονούνται από χτυπήματα μπορούν να ενισχυθούν με ειδικό τρόπο που περιγράφεται από το σύστημα εξωτ. Θερμομόνωσης που έχει επιλεγεί.
11) Ακολουθεί διάστρωση με οδοντωτή σπάτουλα (υπό γωνία 45 μοιρών) ώστε να προσδιορίζεται το πάχος της στρώσης, μία πρώτη στρώση επιχρίσματος καλύπτοντας την πολυστερίνη (η οποία σημειωτέον πρέπει να έχει προηγουμένως καθαρισθεί από υπολείμματα λόγω του τριψίματος που προηγήθηκε). Η έναρξη διάστρωσης του επιχρίσματος γίνεται ξεκινώντας τώρα από την οροφή και καταλήγοντας προς τα κάτω.
12) Με νωπό και μαλακό ακόμα το επίχρισμα τοποθετούμε το υαλόπλεγμα (καρέ 4Χ4 mm) βυθίζοντάς το μέσα στο επίχρισμα με την ίσια πλευρά της σπάτουλας, αποφεύγοντας να δημιουργήσουμε ζάρες ή φούσκες (σημεία δηλαδή όπου δε θα έχει καλυφθεί από το επίχρισμα).
13) Μετά τη σκλήρυνση του πρώτου στρώματος ακολουθεί η τελική στρώση, η οποία μπορεί να πάρει ειδική υφή ανάλογα με τη διάμετρο του χαλαζιακού του κόκκου αλλά και την τεχνοτροπία που θα επιλεγεί.
3) Ευπαθή σημεία και θερμογέφυρες
Ως ευπαθή σημεία μπορούν να θεωρηθούν οι λαμπάδες, όπου το ήδη διαμορφωμένο άνοιγμα των παραθύρων δεν επιτρέπει πολλές φορές την μείωσή του (χωρίς αντικατάστασή του)
Σημαντικό για την αποφυγή προβλημάτων αλλά και αύξησης του κόστους εφαρμογής του συστήματος είναι η κατάλληλη μελέτη και προεργασία για την αποφυγή προβλημάτων και θερμογεφυρών. Αυτό σημαίνει τα παρακάτω:
α) Η εξωτερική θερμομόνωση δεν πρέπει να τραυματίζεται από μερεμέτια και ύστερες επεμβάσεις καθώς αυτό θα δημιουργήσει αισθητικά προβλήματα αφού θα είναι εμφανή τα «μπαλώματα» των επιδιορθωτικών επεμβάσεων.
β) Πρέπει να δίνεται έμφαση σε μια επίπεδη επιφάνεια τοιχοποιίας και σκυροδέματος.
γ) Πρέπει να αποφεύγεται η πάκτωση σωληνώσεων από την εξωτερική όψη της τοιχοποιίας και όταν αυτό είναι αδύνατον να επιτευχθεί, τουλάχιστον θα πρέπει οι σωλήνες αυτοί να «τρέχουν» σε κάθετες ή οριζόντιες κατευθύνσεις, προκειμένου να μη δημιουργείται πρόβλημα στην εφαρμογή των θερμομονωτικών φύλλων.
δ) Ιδιαίτερο βάρος πρέπει να δοθεί στους λαμπάδες στα παράθυρα και στις πόρτες ώστε να μπορεί να τοποθετηθεί το θερμομονωτικό υλικό στα σημεία αυτά χωρίς να μειώνει τις διαστάσεις τους ή το πάχος του προκειμένου αυτές να διατηρηθούν.
ε) Σε παλαιά κτίρια και πριν την έναρξη εφαρμογής του συστήματος πρέπει να ελέγχεται επιμελώς η επιφάνεια, ώστε να αποκαλυφθεί αν το υπόστρωμα είναι σαθρό σε τμήματά του. Σε περίπτωση τέτοια είναι αναγκαία η εξυγίανση-αποκατάσταση της σταθερότητάς του.
Χρήσιμες συμβουλές:
1) Το σύστημα εξωτερικής θερμομόνωσης έχει ως κύριο προσανατολισμό τη θερμική θωράκιση του κτιρίου. Κατά συνέπεια η προσπάθεια εξοικονόμησης χρημάτων μέσα από τη μείωση του πάχους του θερμομονωτικού υλικού όχι μόνο δε δημιουργεί οικονομικό όφελος αλλά αντιθέτως υπονομεύει τον αρχικό μας σκοπό. Πράγματι σε σχέση με το συνολικό κόστος του συστήματος το κόστος του θερμομονωτικού υλικού είναι το μικρότερο και μία μείωση του πάχους του συνήθως «εξοικονομεί» από το κόστος κατασκευής μόλις από 1-3 το πολύ Ευρώ/τετραγωνικό μέτρο.
2) Το σύστημα που θα επιλέξουμε πρέπει να αναπνέει.
3) Η επιλογή του θερμομονωτικού υλικού πρέπει να γίνεται με βάση τις ιδιαίτερες ανάγκες του έργου. Για παράδειγμα μία ιδιαίτερη ανάγκη για αυξημένη πυροπροστασία της τοιχοποιίας καθιστά αναγκαία την επιλογή του πετροβάμβακα.
4) Για την επιλογή του πάχους του θερμομονωτικού υλικού είναι σημαντικό να γνωρίζουμε την κλιματική ζώνη στην οποία βρίσκεται το κτίριο.
5) Οι εξοχές του κτιρίου (μαρκίζες, βεράντες, στηθαία κλπ) πρέπει επίσης να θερμομονώνονται για την αποφυγή θερμογεφυρών.
6) Σε κάθε περίπτωση επιλέξτε ένα πιστοποιημένο συνεργείο εφαρμογής (πτυχιούχο τεχνικό μονώσεων δηλαδή από έγκριτο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα) ή έστω ένα εξουσιοδοτημένο από την εταιρεία που παράγει ή αντιπροσωπεύει το σύστημα που θα επιλέξετε, για την αποφυγή δυσάρεστων εκπλήξεων και κακοτεχνιών.
Σε περίπτωση που η τοποθέτηση θερμομονωτικού υλικού είναι αδύνατη λόγω του πάχους της, εναλλακτικές λύσεις υπάρχουν αλλά με μικρότερες αποδόσεις. Τέτοιες είναι τα επιχρίσματα αλλαγής φάσης και οι θερμοανακλαστικές βαφές ή ο συνδυασμός τους όταν απαιτείται.
Σήμερα η εξοικονόμηση ενέργειας δεν είναι μόνο μία οικονομική επένδυση. Είναι κυρίως μια προσπάθεια επιβίωσης. Τα κτίρια συμβάλλουν σημαντικά στις κλιματικές αλλαγές. Η συμμετοχή τους στα αέρια του θερμοκηπίου αγγίζει το 50% της συνολικής έκκλησής τους από ανθρώπινες δραστηριότητες, ενώ για την κάλυψη των ενεργειακών τους αναγκών, καταναλώνεται το 35% περίπου της συνολικής ενέργειας σε παγκόσμιο επίπεδο.
Είναι αλήθεια πως ένα κτίριο καταναλώνει ενέργεια και για το φωτισμό ή μέσα από τις ηλεκτρικές συσκευές για την προετοιμασία των τροφών, το πλύσιμο των ρούχων, την υγιεινή του σώματος κλπ αλλά αυτή η χρήση δεν ξεπερνά το 20 με 30% της συνολικής κατανάλωσης. Το υπόλοιπο 70 με 80% χρησιμοποιείται για την ψύξη και θέρμανση του κτιρίου.
Οποιαδήποτε πολιτική για τα κτίρια (στα πλαίσια της εξοικονόμησης ενέργειας και όχι μόνο) ή για την ανάπλαση των πόλεών μας δε μπορεί παρά να λαμβάνει υπόψη της την εξωτερική θερμομόνωση ως απολύτως αναγκαία πρακτική.
Γιώργος Μαυρουλέας
Πρόεδρος της Ecobuilders AE – MONOSCIENCE
Τηλ. Επικοινωνίας: 210 6085528
(Δεν επιτρέπεται η αναδημοσίευση των κειμένων ή τμήματος αυτών χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του συγγραφέα)