Τα δάπεδα εξωτερικών ισόγειων χώρων πρέπει να διακόπτονται από το ισόγειο εσωτερικό δάπεδο ώστε να μην επιτρέπουν στα ύδατα να εισχωρήσουν κάτω από αυτά, διαπερνώντας τους τοίχους ή τις μαρμαροποδιές των εξωθύρων.
|
ισοεπίπεδα δάπεδα |
Η διακοπή μπορεί να επιτευχθεί είτε με το να μην είναι ισοεπίπεδες και ενιαίες οι επιφάνειες, είτε με τη χρήση στεγανωτικών υλικών που θα αποτρέπουν την είσοδο υδάτων.
Είναι αναγκαίο εδώ να διευκρινίσουμε ότι με τον όρο «ισοεπίπεδες» αναφερόμαστε στο επίπεδο των πλακών κυρίως και όχι των επιφανειακών στρώσεων.
Επειδή σε έναν αύλειο χώρο δεν τοποθετούμε υγρομονωτικές στρώσεις, καθώς δεν έχει νόημα η στεγανοποίηση του εδάφους, τα ύδατα διαπερνούν τις επικαλυπτικές στρώσεις (από πλάκες, βιομηχανικό δάπεδο, κυβόλιθους, πλακίδια κεραμικά ή άλλες) σταματούν στην εδαφόπλακα και απλώνονται. Αν συναντήσουν τον τοίχο ή τις μαρμαροποδιές του κτηρίου εισχωρούν στο εσωτερικό του (καθώς διαπερνούν εύκολα αυτά τα στοιχεία) προκαλώντας τα παρακάτω φαινόμενα:
1) Ανερχόμενη υγρασία στους εξωτερικούς τοίχους όπως έρχονται σε επαφή με αυτούς.
2) Ανερχόμενη υγρασία στους εσωτερικούς τοίχους.
|
ανερχόμενες υγρασίες σε εξωτερικό τοίχο |
3) Σχηματισμός αλάτων στο εσωτερικό δάπεδο (στους αρμούς των πλακιδίων -αν έχουμε τέτοια- σε σημεία στο βιομηχανικό δάπεδο -σπάνια επιλογή για εσωτερικό δάπεδο αλλά έχουμε αντιμετωπίσει τέτοια περιστατικά- καταστροφή του ξύλινου πατώματος -το πλέον συχνό φαινόμενο- ή αποκόλληση της εποξειδικής επίστρωσης του δαπέδου -επίσης σπάνια περίπτωση.)
4) Εμφάνιση υγρασιών στην οροφή του υπογείου από το εσωτερικό του ισογείου δαπέδου.
Αν το κτήριο είναι κατασκευασμένο και εμφανίζει κάποια από αυτά τα συμπτώματα, τότε η λύση βρίσκεται στην αφαίρεση μιας λωρίδας πλάτους πάνω από 20 εκατοστά, περιμετρικά και εξωτερικά του κτηρίου και τη στεγανοποίησή της με στεγανωτικά, οπλισμένα, ελαστικά (σε κάθε περίπτωση) υλικά. Για την εφαρμογή τους ως αναγκαία προεργασία κρίνεται η εξομάλυνση της συμβολής των τοίχων με το εξωτερικό δάπεδο ώστε να εξασφαλισθεί η πλήρης πρόσφυση των στεγανωτικών υλικών επί αυτών.
Ως καταλληλότερη επιλογή στεγανοποιητικού υλικού προτείνουμε τη χρήση ελαστικού στεγανωτικού τσιμεντοειδούς βάσεως κονιάματος, το οποίο πρέπει να οπλισθεί με τρεβίρα για να μπορέσει να παρακολουθήσει τον αρμό διακοπής εργασιών στη βάση των εξωτερικών τοίχων. Η τρεβίρα μπορεί να αποφευχθεί μόνο στην περίπτωση που ο αρμός συμβολής δαπέδου με τοίχο διανοιχθεί και σφραγισθεί προηγουμένως, με μη συρρικνούμενο επισκευαστικό κονίαμα.
Αν το κτήριο βρίσκεται στο στάδιο της κατασκευής τότε η εργασία που προαναφέραμε πρέπει να γίνει μετά την ολοκλήρωση των επιχρισμάτων των εξωτερικών τοίχων και πριν από την εφαρμογή των εξωτερικών δαπέδων.
|
Ανερχόμενες υγρασίες. Προέρχονται από την εγκλωβισμένη υγρασία κάτω από τις πλάκες που έρχεται σε επαφή με το επίχρισμα του τοίχου |
Σημαντικό: η στεγανωτική στρώση πρέπει σε κάθε περίπτωση να υπερβαίνει την τελική στάθμη του εξωτερικού δαπέδου. Μάλιστα για την αποφυγή εμφάνισης υγρασιών στη βάση των εξωτερικών τοίχων, από την ανάκλαση των σταγόνων της βροχής στο εξωτερικό δάπεδο, προτείνουμε την αδιαβροχοποίησή τους σε ύψος τουλάχιστον 30 εκατοστών. Αυτή μπορεί να επιτευχθεί με διάφορα τέτοιου τύπου προϊόντα (διαφανή ή μη).
Γιώργος Μαυρουλέας
Διεύθυνση Τεχνικού Τμήματος της MONOTECH