ΧΡΗΣΙΜΕΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΣΟΒΑΔΕΣ


Καταρηγματωμένη επιφάνεια από σωρεία λαθών
στην εφαρμογή των επιχρισμάτων.
1) Βρέξτε καλά την επιφάνεια που πρόκειται να επιχρισθεί.Αυτό θα βοηθήσει στην πρόσφυση των επιχρισμάτων και θα αποφύγετε μελλοντικές αποκολλήσεις. Ειδικά στις οροφές η διαβροχή πρέπει να γίνεται με ιδιαίτερη επιμέλεια. Προσοχή όμως, κατά την διάρκεια των εργασιών εφαρμογής του επιχρίσματος δεν πρέπει στις επιφάνειες να παραμένει πλεονάζον νερό. Αυτό μπορεί να το εξασφαλίσει κάποιος αν ακουμπώντας την παλάμη του στο υπόστρωμα διαπιστώσει ότι αυτή υγραίνεται. Σ’ αυτή την περίπτωση θα πρέπει να περιμένει λίγο ακόμη ώσπου το πλεονάζον ύδωρ να απορροφηθεί από το υπόστρωμα.
 Η συμβουλή ισχύει για όλες τις στρώσεις (πεταχτό, οδηγούς, λάσπη γεμίσματος και φινίρισμα).

2) Το πεταχτό πρέπει να είναι πάντα το πιο ισχυρό από τις υπόλοιπες στρώσεις. Αυτό σημαίνει ότι κατ’ αρχήν ο λόγος νερού προς τσιμέντο στο μίγμα, πρέπει να είναι ο μικρότερος δυνατός και σε κάθε περίπτωση μικρότερος από τις επόμενες στρώσεις. Συνηθισμένο λάθος είναι να ρίχνουν περισσότερο νερό στο μίγμα τα συνεργεία εφαρμογής, οπότε με τον τρόπο αυτό, το μίγμα όχι μόνο γίνεται πιο αδύναμο αλλά και πιο ελαστικό. Αυτό συνεπώς μπορεί να οδηγήσει σε μελλοντικές αποκολλήσεις του επιχρίσματος αλλά και σε πρόσθετη ρηγμάτωση των επιστρώσεων του πεταχτού.

3) Με το πεταχτό δεν πρέπει να καλύπτουμε όλη την επιφάνεια.Καλύπτοντας το 90 % της επιφάνειας με πεταχτό, μπορείτε να εξασφαλίσετε το βέλτιστο αποτέλεσμα.
4) Ξεκινήστε με ράμματα και το νήμα της στάθμης (ζύγι) και σε επιλεγμένα σημεία της περιμέτρου μιας επιφάνειας τοποθετείστε σημειακούς οδηγούς με λάσπη. Θα σας βοηθήσουν να επιπεδώσετε πολύ γρήγορα την επιφάνεια αλλά και στη γρήγορη και ορθή εφαρμογή των οδηγών. Προσοχή: όταν χρησιμοποιείτε το ζύγι (νήμα της στάθμης) σε εξωτερικό χώρο δεν πρέπει να πνέει δυνατός άνεμος. Σε τέτοια περίπτωση υπάρχει ο κίνδυνος να ξεφύγετε από την κάθετο.
5) Σε όλα τα στοιχεία από σκυρόδεμα ελέγχουμε αν το καλούπι είχε επαλειφθεί με ορυκτέλαιο ή λινέλαιο το οποίο έχει παραμείνει στην επιφάνεια του σκυροδέματος. Η παρουσία του ελαίου μπορεί να οδηγήσει σε μειωμένη και ανεπαρκή πρόσφυση του επιχρίσματος και πιθανόν σε μελλοντική του αποκόλληση.
Αν συμβαίνει κάτι τέτοιο με χημικό  ή μηχανικό τρόπο (πχ. υδροβολή πολύ υψηλής πίεσης) πρέπει να απομακρυνθεί το έλαιο πριν την έναρξη των εργασιών επίχρισης.
6) Στις οροφές (και όχι μόνο) ο τεχνίτης-εφαρμοστής πρέπει να πετάει με το μυστρί το επίχρισμα και όχι να το τραβάει με το φραγκόφτυαρο, να το εφαρμόζει δηλαδή σπατουλαριστό,γιατί κατά το δεύτερο τρόπο εφαρμογής εγκλωβίζεται σημαντική ποσότητα αέρα, μειώνοντας ουσιαστικά την επιφάνεια πρόσφυσης του επιχρίσματος.
7) Το εξωτερικό επίχρισμα δεν πρέπει ποτέ να είναι πιο σκληρό από το υπόστρωμά του.Πάντα ακολουθούμε τον κανόνα, από το πιο σκληρό στο πιο ελαστικό κατευθυνόμενοι από το υπόστρωμα προς την επιφάνεια. Διαφορετικά η επιφάνεια θα ρηγματώσει.
8) Τα γύψινα επιχρίσματα είναι ιδανικά για το εσωτερικό του κτηρίου, δεδομένου ότι συμβάλουν στην αναπνοή του και στη διατήρηση του χώρου στην ιδανική σχετική υγρασία. Ο γύψος έχει την ικανότητα να απορροφά την πλεονάζουσα υγρασία του χώρου και να την αποδίδει όταν ο χώρος αυτός ξηραίνεται.
9) Ανάμεσα στα έτοιμα επιχρίσματα και σ’ αυτά που αναμιγνύονται στο εργοτάξιο προτιμήστε τα έτοιμα. Η κατάλληλη κοκκομετρία των αδρανών και η καθαρότητά τους, σε συνδυασμό με την ορθή αναλογία του μίγματος σε τσιμέντο, συμβάλουν σε ένα ικανοποιητικό αποτέλεσμα.
10) Σε εσωτερικό υπογείου (ειδικά όταν έχει προηγηθεί στεγανοποίηση από την εσωτερική όψη των τοιχίων) δεν πρέπει να χρησιμοποιείται ασβέστης στο μίγμα του επιχρίσματος τόσο των τοιχίων όσο και των εσωτερικών τοίχων.
11) Σε σημεία (κυρίως στην οροφή) όπου υπάρχουν καλώδια τα οποία εξέχουν της υπόλοιπης επιφάνειας, χρησιμοποιείστε ως αρχική πρώτη στρώση επισκευαστικό μη συρρικνούμενο ινοπλισμένο κονίαμα για την επίχρισή τους και όχι συμβατικό κονίαμα. Υπάρχει κίνδυνος να εμφανισθεί ρωγμή κατά το μήκος τους.
12) Τα επιχρίσματα στις εξωτερικές επιφάνειες χρειάζεται να ακολουθούν κανόνες που σχετίζονται με τις κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν κατά τη διάρκεια της εφαρμογής. Τέτοιοι είναι:
α) ποτέ δεν εφαρμόζουμε το επίχρισμα κάτω από έντονη ηλιοφάνεια σε συνδυασμό με υψηλή θερμοκρασία. Το πιθανότερο είναι ότι το επίχρισμα θα καταρηγματωθεί.
β) Το ίδιο με το παραπάνω θα συμβεί όταν πνέει ισχυρός άνεμος. Η αφύγρανση του μίγματος κάτω από ισχυρό άνεμο είναι ταχύτατη.
γ) Δεν εφαρμόζουμε ποτέ επιχρίσματα όταν η θερμοκρασία περιβάλλοντος είναι κάτω από 5ο C ή όταν πρόκειται να πέσει κάτω από αυτούς τους βαθμούς τις αμέσως επόμενες ώρες. Το νερό στους 4ο Cέχει το μικρότερο όγκο και στους 0ο C εμφανίζει το μεγαλύτερο (όταν γίνεται πάγος δηλαδή).
δ) Δεν εφαρμόζουμε επίχρισμα σε επιφάνειες εκτεθειμένες σε βροχή όταν ο καιρός δείχνει πως θα σύντομα θα βρέξει ή όταν ψιχαλίζει.
13) Όταν στο μίγμα του επιχρίσματος χρησιμοποιούμε άμμο θαλάσσης, τότε αυτή πρέπει να έχει ξεπλυθεί πάρα πολύ καλάώστε να φύγει το αλάτι. Με τον ίδιο τρόπο ενεργούμε και για την ποταμίσια άμμο, μόνο που ο στόχος εδώ είναι η απομάκρυνση των οργανικών στοιχείων από την άμμο. Πάντως ανάμεσα σε ποταμίσια και θαλασσινή άμμο επιλέξτε την πρώτη. Τα χλωριόντα της δεύτερης μπορούν να προκαλέσουν σημαντικές βλάβες στον οπλισμό του σκυροδέματος.
14) Το πάχος της κύριας στρώσης επιχρίσματος δεν πρέπει να υπερβαίνει τα δύο εκατοστά στα συμβατικά επιχρίσματα, ειδικά αν αυτά είναι εκτεθειμένα στις καιρικές συνθήκες. Με τον τρόπο αυτό μειώνουμε σημαντικά τις ρηγματώσεις στην επιφάνειά τους. Το δε ασβεστομαρμαροκονίαμα δεν πρέπει να υπερβαίνει το ένα εκατοστό.
15) Πάντα όταν το υπόστρωμα του επιχρίσματος διαφοροποιείται (πχ από οπτόπλινθους σε σκυρόδεμα) πρέπει να μεσολαβεί υαλόπλεγμα ανθεκτικό σε υψηλή αλκαλικότητα. Το νευρομετάλ δεν είναι η καταλληλότερη επιλογή σ’ αυτή την περίπτωση, καθώς δεν επιτρέπει την ικανοποιητική  διασπορά του επιχρίσματος πίσω από αυτό και άρα την απαιτούμενη πρόσφυση επί του υποστρώματος.
Η έλλειψη αρμών διαστολή και η μη τήρηση πολλών από
τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο, οδήγησαν στην
καταρηγμάτωση των σοβάδων αυτής της πολυκατοικίας.
16) Κάθε τσιμεντοκονίαμα και συνεπώς κάθε επίχρισμα που περιέχει τσιμέντο, χρειάζεται συντήρηση με διαβροχή κατά την ωρίμανσή του (το διάστημα ωρίμανσης είναι περίπου μια εβδομάδα). Για την αποφυγή όμως ξεπλύματος του επιχρίσματος τις πρώτες ώρες μετά την εφαρμογή, είναι ορθό η διαβροχή να γίνει με ψεκασμό (νέφους υδρατμών) και όχι με λάστιχο απευθείας στις επιφάνειες. Αν ο χώρος που επιχρίσθηκε είναι υπόγειος και οι θερμοκρασίες χαμηλές δεν απαιτείται για το πρώτο 24ωρο συντήρηση.

17) Για την επίτευξη ικανοποιητικού αποτελέσματος στην πρόσμιξη των υλικών προσέχουμε ώστε η αναλογία των υλικών προς ανάμιξη να είναι συγκεκριμένη και ακριβής. Ειδικά η πλεονάζουσα ποσότητα ύδατος στο μίγμα το καθιστά πολύ πιο αδύναμο.

18) Ποτέ δεν πρέπει να ρίχνουμε επιπλέον ύδωρ στο μίγμα προκειμένου να το καταστήσουμε πιο εργάσιμο. Μπορούμε μόνο να το αναδεύσουμε. Αν παρά τη νέα ανάδευση δεν επιτυγχάνεται η αναγκαία εργασιμότητα του επιχρίσματος, τότε το μίγμα πρέπει να πεταχτεί. Συνεπώς πρέπει να αναδεύουμε τόσο επίχρισμα όσο μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε σε μιάμιση περίπου ώρα που αποτελεί και το open time του τσιμέντου.

19) Η ανάδευση του μίγματος είναι προτιμότερο να γίνεται με μηχανικά μέσα και όχι με το χέρι. Εξασφαλίζεται με αυτό τον τρόπο η καλύτερη ομογενοποίησή του και αποφεύγονται τα συσσωματώματα τσιμέντου ή ασβέστη ή των αδρανών. Ειδικά τα συσσωματώματα του ασβέστη αποτελούν την πιο συνηθισμένη αιτία στην εμφάνιση απανθισμάτων στο επίχρισμα.

20) Αποφύγετε τη χρήση γαλβανισμένων γωνιοκράνων σε συμβατικά επιχρίσματα που περιέχουν στο μίγμα ασβέστη. Επιλέξτε είτε επικαδμιωμένα είτε από αλουμίνιο ή πλαστικό. Η παρουσία του ασβέστη (χλωρίδια του ασβεστίου) στο μίγμα δημιουργεί ένα ιδιαίτερα οξειδωτικό περιβάλλον για το σίδερο και η προστασία του γαλβανίσματός του δεν επαρκεί. Ως αποτέλεσμα θα οξειδωθεί, θα διογκωθεί και θα εξολκύσει το επίχρισμα στην ακμή – γωνία που έχει τοποθετηθεί.
21) Το επίχρισμα, κατά την εφαρμογή του, στη βάση των κάθετων επιφανειών πρέπει να εξομαλύνεται και να μαζεύεται ό,τι περισσεύει από το δάπεδο. Με τον τρόπο αυτό θα γλυτώσετε σημαντικά έξοδα εξομάλυνσης όταν το επίχρισμα θα έχει πήξει και θα χρειασθεί να γίνουν στεγανοποιητικές επεμβάσεις στα σημεία αυτά για την αποφυγή ανερχόμενης υγρασίας.
22) Αποφύγετε την τοποθέτηση σκοτίας στις εξωτερικές επιφάνειες με συμβατικό επίχρισμα. Οι μικρές διαφορές στις συστολές και διαστολές του επιχρίσματος και του στοιχείου που διαμόρφωσε τη σκοτία, επιτρέπει την εισροή ομβρίων πίσω από αυτή και τη σταδιακή αποσάθρωση των επιχρισμάτων της περιοχής. Ειδικά σε περιοχές με συχνό παγετό το πρόβλημα αυξάνεται δραματικά. Σε μια τέτοια περίπτωση είναι προτιμότερο το συμβατικό επίχρισμα να σταματήσει λίγο πριν τη σκοτία και αντ’ αυτού το κονίαμα που θα περιβάλλει τη σκοτία, να είναι από επισκευαστικό μη συρρικνούμενο ινοπλισμένο ρητινοκονίαμα κοντινού μέτρου ελαστικότητας και σκληρότητας με το επίχρισμά μας.
23) Σε μεγάλες επιφάνειες που δε διακόπτονται από κάποιο στοιχείο, πρέπει να αφήνεται αρμός διαστολής στο επίχρισμα, είτε υπό τη μορφή σκοτίας, είτε με τη μορφή αρμού που θα σφραγισθεί με ειδικό ελαστικό αρμοσφραγιστικό υλικό ή καλύτερα ειδικές ταινίες
Ρωγμή στη βάση του στηθαίου που προκλήθηκε από τη δια-
στολή της μόνωσης.
24) Όταν το στηθαίο ενός δώματος δεν είναι από οπλισμένο σκυρόδεμα αλλά από οπτοπλινθοδομή, τότε στο σημείο της βάσης του στηθαίου πρέπει να αφήνεται σκοτία  ή αρμός που θα σφραγισθούν με αρμοσφραγιστικό. Η διαστολή της μόνωσης είναι δεδομένο ότι θα ανοίξει στο σημείο αυτό αρμό διακοπής εργασιών.
25) Τα επιχρίσματα πρέπει να ξεκινούν μετά την παρέλευση 28 ημερών από την ολοκλήρωση των οπτοπλινθοδομών.Διαφορετικά πάντα θα υπάρχει ο κίνδυνος να προκληθεί ρωγμή στο σημείο που η οπτοπλινθοδομή θα συναντά τη δοκό στην οροφή. Καθώς το κονίαμα σύνδεσης των οπτόπλινθων μεταξύ τους αφυδατώνεται, χάνει σε όγκο και συρρικνώνεται ελαφρά προκαλώντας αρμό στην οροφή. Αν η επιφάνεια επιχρισθεί πριν την ολοκλήρωση της αφύγρανσης και συνεπώς της συρρίκνωσης, τότε το επίχρισμα θα παρακολουθήσει την κίνηση του υποστρώματός του και η ρωγμή θα εμφανισθεί και σ’ αυτό.
26) Τοποθετούμε νεροσταλάκτες στο επίχρισμα προσέχοντας όσα περιγράψαμε πιο πάνω για τα γωνιόκρανα αλλά και σε προηγούμενη ανάρτησή μας ειδικά γι’ αυτούς. Μην προσπαθήσετε να δημιουργήσετε νεροσταλάκτες με μεγαλύτερο πάχος επιχρίσματος. Αργά η γρήγορα θα ρηγματώσουν και θα προκαλέσουν μεγαλύτερα προβλήματα από αυτά που προσπαθείτε να προλάβετε.
27) Τα αδρανή και κυρίως η άμμος δεν πρέπει να είναι εκτεθειμένα στα όμβρια ή να διαβρέχονται από εμάς, γιατί η πλεονάζουσα ποσότητα νερού στο μίγμα από την υγρασία τους, θα το καταστήσει πιο αδύναμο. Διαφορετικά αν αυτό είναι αδύνατον ενεργούμε ως εξής: Μειώνουμε δραστικά το ύδωρ του μίγματος και αναδεύουμε επαρκώς το μίγμα. Αν το μίγμα είναι ύφυγρο και μη εργάσιμο, προσθέτουμε μικρές ποσότητες ύδατος στο μίγμα και αναδεύουμε μέχρι να πετύχουμε την ιδανική αναλογία. Πάντα να προτιμάτε τη μηχανική ανάδευση από την ανάδευση με το χέρι-φτυάρι.
28) Δεν εφαρμόζουμε συμβατικό επίχρισμα πάνω σε επιφάνεια από ελαφρότουβλα. Το πιο ελαστικό υπόστρωμα των ελαφρότουβλων θα οδηγήσει σε πολλές και πυκνές ρηγματώσεις το επίχρισμά μας.

Γιώργος Μαυρουλέας

Πρόεδρος  της Ecobuilders AE – MONOSCIENCE

Τηλ. Επικοινωνίας: 210 6085528  
 (Δεν επιτρέπεται η αναδημοσίευση των κειμένων ή τμήματος αυτών χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του συγγραφέα)