ΠΩΣ ΕΠΙΣΚΕΥΑΖΟΥΜΕ ΔΑΠΕΔΟ ΤΟΥ ΟΠΟΙΟΥ ΤΑ ΠΛΑΚΑΚΙΑ ΕΧΟΥΝ ΑΠΟΚΟΛΛΗΘΕΙ.


Τα πλακίδια εδώ έχουν αποκολληθεί και ανυψωθεί.
Η αποκόλληση των πλακιδίων μπορεί να πάρει δύο μορφές, είτε αυτήν της ανύψωσής τους από διαστολή, είτε την αποκόλλησή τους χωρίς κάποια εμφανή ένδειξη. Στην τελευταία περίπτωση από το πλακίδιο βγαίνει ένας υπόκωφος ήχος όταν πατάμε ή όταν σέρνουμε ένα αντικείμενο στην επιφάνειά του.
Για την αποκατάσταση των πλακιδίων εκτελούμε τις παρακάτω εργασίες:
1)  Ελέγχουμε πόσα πλακίδια έχουν αποκολληθεί ή έχουν σπάσει. Αυτό γίνεται με ελαφρύ χτύπημα κάποιου ξύλου ή μετάλλου.
2)  Σημαδεύουμε τα πλακίδια που θα απομακρύνουμε και κόβουμε με γωνιακό τροχό τον αρμόστοκο στην επαφή τους με τα υγιή πλακίδια. Η εργασία αυτή μας εξασφαλίζει ότι δε θα σπάσουν τα γειτονικά πλακίδια κατά την διάρκεια της απομάκρυνσης αυτών που θα αποκαταστήσουμε.
 Προσοχή:Όταν εργαζόμαστε σε δώμα ή βεράντα ή ακόμη και pilotis δεν κόβουμε σε βάθος μεγαλύτερο από ένα εκατοστό, καθώς υπάρχει ο κίνδυνος να κόψουμε τη στεγανωτική στρώση.
3)  Με μηχανικό τρόπο αφαιρούμε τα υπολείμματα κόλλας από το υπόστρωμα των πλακιδίων (τσιμεντοκονία ή γαρμπιλομπετόν ή και περλιτομπετόν ενίοτε).
Το καφέ χρώμα υποδηλώνει επικαθί-
σεις λάσπης και σκόνης.
4)  Αν αφαιρώντας τα πλακίδια αφαιρεθεί και τμήμα του υποστρώματος, ελέγχουμε αν αυτό το τμήμα ήταν από καιρό αποκολλημένο. Αυτό γίνεται εύκολα φανερό από τις επικαθίσεις σκόνης και λάσπης. Αν αυτό συμβαίνει, τότε πρέπει να φύγει μια λεπτή στρώση από το υπόστρωμα των επικαθήσεων ώστε να εξασφαλισθεί η πρόσφυση των επιστρώσεων.
Προσοχή: Και εδώ όταν εργαζόμαστε σε δώμα ή βεράντα ή ακόμη και πυλωτή, όλη αυτή η εργασία γίνεται εξαιρετικά προσεχτικά, καθώς υπάρχει ο κίνδυνος να τραυματίσουμε τη στεγανωτική στρώση.
5)  Ακολουθεί επιμελής καθαρισμός στο σημείο επέμβασης με ταυτόχρονη απομάκρυνση των μπάζων, ώστε να μην επανέλθει μέρος τους με ενδεχόμενο άνεμο.
6)  Με ψεκασμό βρέχουμε την επιφάνεια.
Με μηχανικό τρόπο και με προσοχή ώστε να μην τραυματί-
σουμε τη στεγανωτική στρώση που βρίσκεται από κάτω αφαιρούμε
 την κόλλα και τα σαθρά,καθώς και τις ενδεχόμενες επικαθίσεις
 λάσπης για τη δημιουργία υγιούς υποστρώματος.
7)  Ελέγχουμε την επιφάνεια αν είναι νοτισμένη ή υπάρχει νερό που δεν έχει ακόμη απορροφηθεί οπότε σ’ αυτή την περίπτωση περιμένουμε την πλήρη απορρόφησή του. Με επισκευαστικό ρητινούχο μη συρρικνούμενο ταχείας πήξεως κονίαμα επισκευάζουμε και επιπεδώνουμε το υπόστρωμα, αφήνοντας κενό όσο το ύψος ενός πλακιδίου συν 4-5 χιλιοστά για την κόλλα. Ο υπολογισμός είναι εύκολος: τοποθετούμε ένα πλακίδιο πρόχειρα πάνω στο επισκευαστικό κονίαμα και ελέγχουμε σε σχέση με ένα υγιές γειτονικό, αν υπολείπονται ακόμη 4-5 mm για να έρθει στο ίδιο επίπεδο.  
8)  Μετά τη σκλήρυνση του επισκευαστικού διαβρέχουμε και πάλι με ψεκασμό την επιφάνεια του υποστρώματος αλλά και την κάτω όψη των πλακιδίων.
9)   Ελέγχουμε τις επιφάνειες αν είναι νοτισμένες ή υπάρχει νερό που δεν έχει ακόμη απορροφηθεί. Αν υπάρχει νερό που δεν έχει ακόμη απορροφηθεί περιμένουμε. Κατόπιν αναδεύουμε σε χαμηλές στροφές την κόλλα πλακιδίων, με την ακριβή ποσότητα ύδατος που αναφέρει ο παρασκευαστής της ότι απαιτείται για την ανάμειξή της. Πάντοτε μέσα σε καθαρό δοχείο ρίχνουμε την απαιτούμενη ποσότητα ύδατος και σταδιακά προσθέτουμε αναδεύοντας την κονία. Αν η κόλλα που έχουμε επιλέξει είναι ελαστομερής, δύο συστατικών, τότε μέσα στην ελαστικοποιητική ρητίνη ρίχνουμε την κονία και αναδεύουμε. Μετά την ανάμιξη αναμένουμε για 5 λεπτά και αναδεύουμε για δεύτερη φορά. Η κόλλα πλέον είναι έτοιμη για την εφαρμογή.
Με επισκευαστικό κονίαμα επιπεδώνουμε το υπόστρωμα. Κα-
τόπιν επικολλούμε τα πλακίδια.
10)           Ακολουθεί η επικόλληση των πλακιδίων αφήνοντας το διάστημα που έχει επιλεγεί και στην υπόλοιπη επιφάνεια με τους κατάλληλους αποστάτες (σταυρούς). Για την καλύτερη επικόλληση προτείνουμε το άπλωμα μιας λεπτής στρώσης της κόλλας στην επιφάνεια συμπιέζοντάς τη, το μάζεμά της ώστε να μείνει ένα υπόλειμμα που θα αυξήσει την πρόσφυση και το άπλωμά της για δεύτερη φορά, σε πάχος 4-5 χιλιοστά με την κατάλληλη οδοντωτή σπάτουλα. Χτυπάμε ελαφρά το πλακίδιο με ματσόλα ή ξύλο για να απλωθεί το κονίαμα και να εξασφαλισθεί η πρόσφυση της κόλλας σε όλη της επιφάνεια του πλακιδίου. [Σημείωση: οι κόλλες τύπου butterεπιτυγχάνουν σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό αυτό το στόχο.] Ελέγχουμε είτε με τη βοήθεια μιας πήχης, είτε με το αλφάδι την επιπεδότητα του πλακιδίου σε σχέση με τα γειτονικά υγιή και με τις κατάλληλες επιδιορθώσεις εξασφαλίζουμε την άρτια εφαρμογή.
Η εργασία αποκατάστασης έχει σχεδόν
ολοκληρωθεί. Μένει το φινίρισμα με
 ατσαλόμαλλο για απομάκρυνση των
υπολειμμάτων του αρμοκονιάματος.
11)           Αφού ολοκληρωθεί η επίστρωση των πλακιδίων, αρμολογούμε με το αρμοκονίαμα, το οποίο επίσης έχουμε αναδεύσει ακολουθώντας πιστά τις οδηγίες του παρασκευαστή. Το γέμισμα των αρμών γίνεται με επιμέλεια και με ένα μυστρί χτυπάμε ελαφρά το αρμοκονίαμα ώστε να βεβαιωθούμε ότι δεν έχει αφήσει κενά. Ακολούθως με ένα λάστιχο για τον καθαρισμό  υαλοπινάκων και με διαγώνιες προς τους αρμούς κινήσεις, μαζεύουμε το αρμοκονίαμα που περισσεύει. Με το δάχτυλό μας μπορούμε να επιμεληθούμε κάποια σημεία. Αφού στεγνώσει το αρμοκονίαμα σε σημείο που δε συμπιέζεται με το δάχτυλό μας, με λεπτό ατσαλόμαλλο («συρματάκι») τρίβουμε τις επιφάνειες για τον καθαρισμό και το τελικό φινίρισμα. Σκουπίζουμε και η επιφάνεια είναι έτοιμη.
12)   Όπως κάθε τσιμεντοκονίαμα το αρμοκονίαμα χρειάζεται συντήρηση με διαβροχές μετά τη σκλήρυνσή του, ειδικά όταν έχουμε έντονη ηλιοφάνεια ή πολύ ισχυρούς ανέμους.
Γιώργος Μαυρουλέας

Πρόεδρος  της Ecobuilders AE – MONOSCIENCE

Τηλ. Επικοινωνίας: 210 6085528  
 (Δεν επιτρέπεται η αναδημοσίευση των κειμένων ή τμήματος αυτών χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του συγγραφέα)